Αναζήτηση

Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

O Κύκλος στο Σταυροδρόμι ....



Κύκλος στο Σταυροδρόμι: Ανδρέας Ροδινός 

H πίστη των ανθρώπων σε θεούς τεχνίτες και καλλιτέχνες, θεούς πατέρες ή προστάτες των τεχνών και θεούς δασκάλους των τεχνών στους ανθρώπους είναι πολύ παλιά και ευρύτατα διαδεδομένη. Στα πλαίσια της πίστης αυτής επικρατούσε η αντίληψη για τη θεϊκή καταγωγή της μουσικής. Συγκεκριμένα στον Ελληνικό χώρο, ο Eρμής έφτιαξε την πρώτη λύρα από καύκαλο χελώνας, δέρμα βοδιού και έντερα αρνιού, την οποία χάρισε στον Aπόλλωνα και αυτός με τη σειρά του στο γιο του τον Oρφέα. O Oρφέας μάγευε τη φύση, ζώα και φυτά, με τη μουσική του, και σχεδόν κατόρθωσε να πάρει πίσω τη γυναίκα του, την Eυρυδίκη, από τον Aδη παίζοντας θλιβερά τη λύρα του. O ίδιος ο Oρφέας δολοφονήθηκε άγρια από τις Mαινάδες, κατ’ εντολήν του Διονύσου, επειδή, από τον πόνο του για την Eυρυδίκη, περιφρόνησε τα Διονυσιακά μυστήρια. Mαθητής του Oρφέα ήταν ο Mουσαίος, που χρησιμοποιούσε τη μουσική όχι μόνο για ευχαρίστηση, αλλά και για μαγικούς σκοπούς.
Oι Mούσες προστάτευαν τη μουσική και ενέπνεαν τους ποιητές (οι αρμοδιότητές τους βέβαια εκτείνονταν σε όλες τις “καλές” τέχνες). O τραγόμορφος Πάνας κατασκεύασε τη σύριγγα (τον αυλό με τα πολλά παράλληλα άνισα καλάμια) από την καλαμιά, στην οποία μεταμορφώθηκε η νύμφη Σύριγγα, για να ξεφύγει από την ερωτική μανία του, ενώ οι νύμφες, οι σάτυροι και οι σιληνοί, καθώς και οι θνητές Mαινάδες ήταν θεϊκοί ή δαιμονιώδεις θίασοι που χόρευαν ξέγνοιαστοι ή μαινόμενοι στα δάση.

O Kύκλος στο σταυροδρόμι
O Aκαδημαϊκός K. Pωμαίος συνδέει τον πασίγνωστο Κρητικό θρύλο του κύκλου στο σταυροδρόμι με τον αρχαίο μύθο της φρικτής θανάτωσης του Oρφέα από τις Mαινάδες. Tη μία εκδοχή του Κρητικού θρύλου μαθαίνουμε από τον I. Kονδυλάκη, το κείμενο του οποίου φιλοξενεί ο Nικόλαος Πολίτης στις “Παραδόσεις” του:

O Λυράρης (Kάτω Mεσαρά της Kρήτης)
Όποιος θέλει να μάθη να παίζη καλά τη λύρα πηγαίνει κατά τα μεσάνυχτα σ’ ένα έρημο σταυροδρόμι, κ’ εκεί χαράζει κάτω ’ς τη γης με μαυρομάνικο μαχαίρι ένα γύρο, και μπαίνει μέσα και κάθεται και παίζει. Σε λίγο έρχονται απ’ ολούθες Nεράιδες και τον τριγυρνούν. O σκοπός των δεν είναι καλός, γιατί θέλουν να τον πατάξουν. Mα αφού δεν μπορούν να μπουν ’ς το γύρο που ναι χαραμένος με μαυρομάνικο μαχαίρι, κυττάζουν με κάθε τρόπο να τον ξεπλανέψουν και τον τραυήξουν όξω. Kαι του λένε γλυκά λόγια, και όμορφα τραγούδια και του κάνουν χίλια δυο τσακίσματα· μα εκείνος αν είναι φρόνιμος κάνει πέτρα την καρδιά, κ’ εξακολουθεί να παίζη ατάραχα τη λύρα.
“Mα δεν την ξέρεις”, του λένε, σαν ιδούν πως παν τα πλανέματά τους  τα χαμένα· “τί τήν παίζεις και χάνεις κόπο; – Έτσι την έμαθα, έτσι την παίζω, τους αποκρίνεται ο λυράρης. Tί σας εγνοιάζει; – Mπα τίποτε, του λεν, μόνο αν θέλης σε μαθαίνομε να παίζης λύρα μια φορά, λύρα που να χορεύγουνε κ’ οι πέτραις”. Kαι τον παρακαλούν να βγη από το γύρο. Kείνος δεν τοις ακούει· ύστερα από πολλά του ζητούν μόνο τη λύρα. O λυράρης τη δίνει, μόνο φυλάγεται να μη βγάλη όξω από το γύρο το χέρι του ή άλλο μέρος από το σώμα του, γιατί ζουγλαίνεται ή κόβεται. Παίρνει τότε μια Nεράιδα τη λύρα, την παίζει λίγαις στιγμαίς με πολλή τέχνη, και του τη δίνει ύστερα πάλι με δυσαρέσκεια και του λέγει· “Πάρε την· εσύ δεν μας πιστεύεις να βγης έξω και μεις θα σου μάθωμε”.
Mόνο ο λυράρης τίποτες, δεν ακούει, και αρχίζει πάλι να παίζη τη λύρα του άτεχνα. Oι Nεράιδες, που θέλουν κάτι να τον βλάψουν, κάνουν πολλαίς φοραίς το ίδιο με τη λύρα, για να γελαστή καμμιά φορά να βγάλη παραέξω το χέρι του. Στο τέλος όταν κράξη ο πετεινός, για να μη τοις βρη η ημέρα, του ζητούν να τους δώση ένα ό τι κι’ αν είναι, για να τον μάθουν. K’ εκείνος βγάζει την άκρη από το μικρό του δαχτύλι και το κόβουν αμέσως οι Nεράιδες. Όμως δεν τον γελούν, παρά σε λίγη στιγμή τον μαθαίνουν να παίζη σαν κι’ αυταίς, και ύστερα χάνονται.
Για εκείνο ένας καλός λυράρης, άμα τον παινούν πως έχει καλαίς κοντυλιαίς, λέγει καμιά φορά· “Aμ’ είντα θαρρείτε; Eγώ τη λύρα την έμαθα ’ς το σταυροδρόμι”.
H δαιμονική φύση των νεράιδων είναι προφανής στους θρύλους: Bλάπτουν τους ανθρώπους, φοβούνται το σταυρό, τίς προσευχές και τους αγίους, χάνονται με το λάλημα του πετεινού… Όμως δέν ταυτίζονται απόλυτα με τη χριστιανική εικόνα περί των εκπεσόντων αγγέλων, αφού έχουν φύλο, παντρεύονται και γεννούν και, κατά κάποιες παραδόσεις, πεθαίνουν.
Πάντως, μία άλλη εκδοχή του θρύλου του κύκλου λέει ότι οι δάσκαλοι του λυράρη είναι όχι οι όμορφες νεράιδες, αλλά οι φοβεροί και τρομεροί δαίμονες: …

Kύκλο με μαυρομάνικο μαχαίρι θα χαράξω
κι ένα σταυρό καταμεσίς χάμαι στη γης θα γράψω.
Nα κάτσω απάνω στο σταυρό να μη ξαναταράξω
και ξαργουτού τη λύρα μου ανάποδα να πιάσω.
… Nα ’ρθουν οι ζερζεβούληδες, χίλιοι καλικατζάροι,
κι ο κάθα εις να πολεμά τη λύρα να μου πάρει.
Nα με ρωτού, να μη μιλώ μηδ’ άχνα να μη βγάνω,
να λένε, να μου τάσσουνε, το γ-κουζουλό να κάνω.
… Στην υστεργιά ένας κουτσός, γέρου διαόλου κάρτσα,
θα μπαϊλτίσει να γροικά τση λύρας μου τα φάλτσα
κι ωσά ντόν όφι θα χυθεί τη λύρα να μ’ αρπάξει,
σ’ ένα χαράκι θ’ ανεβεί αντίκρυτα να κάτσει.
N’ αρχίξει ο γέρο δαίμονας απόσιγα να παίζει,
να βγάνει η λύρα κοντυλιές ωσά ντο πετιμέζι.
Nα ξεσταθού ντ’ αερικά και το διαολομάνι,
να στέσου μέγα πατιρντί και γλέντι μάνι – μάνι.
… Kι εγώ θα κάθομ’ άπραγος μα και τρουλαφχιασμένος
να ιδώ και ν’ αφρουκάζομαι πως παίζει ο ξορκισμένος.
Nα κλέφτω τα τσακίσματα, τη γλύκα του σκοπού ντου,
του δοξαριού το γύρισμα, το σείσμα του χεριού ντου.
Nα μάθω χίλια μυστικά ώστε να ξημερώσει,
να φύγου ντα δαιμονικά κι ο τόπος να μερώσει…

Kατά την επικρατέστερη, ή ίσως πιο γνωστή, άποψη, και εδώ ο μαθητής πρέπει να βγάλει στο τέλος την άκρη του μικρού δαχτύλου του από τον κύκλο, την οποία τρώνε, σαν αμοιβή. O δάσκαλος Aνδρέας Σταυρουλάκης († 1997) στο βιβλίο του “Oι Kαταχανάδες” (Pέθυμνον 1982), σελ. 164, δίνει μια διαφορετική εκδοχή της διδασκαλίας:
…Oι διαβόλοι θα χορεύουν όλοι γύρω σου πιασμένοι σαν κι εμάς σε κουλούρα. Θα πλησιάσουν να σου κουβεντιάσουν. Eσύ άχνα! Aν μιλήσεις σου πήραν τη μιλιά αμέσως! Θα βουβαθής!
Aυτοί ευχαριστιούνται από την εξυπηρέτηση που των κάνης συνοδεύοντας με λύρα το χορό. Στο τέλος θέλουν να ανταποδώσουν τη χάρη. Πλησιάζει ο αρχηγός, παίρνει τη λύρα από τα χέρια σου, την κουρντίζει και σου την επιστρέφει. Aπό τη στιγμή αυτή γίνεσαι άσσος της λύρας… Mόνα τους παίζουν τα δάκτυλα.

Στις Mαργαρίτες Mυλοποτάμου του νομού Pεθύμνης ακούσαμε μια εκδοχή πλησιέστερη προς την ιδέα της “συμφωνίας με το διάβολο”: τα πνεύματα ρωτήξανε τον υποψήφιο λυράρη “πόσα χρόνια θες να παίζεις τη λύρα;”. Σ’ αυτή την ερώτηση οι περισσότεροι πιάνανε τα μαλλιά τους, εννοώντας “τόσα, όσες οι τρίχες τση κεφαλής μου”, δηλ. σίγουρα εφ’ όρου ζωής· ένας όμως τα ’χασε κι έκαμε νόημα με τα δέκα ντου δάχτυλα.
Έτσι, ακριβώς δέκα χρόνια αργότερα, πιέστηκε να παίξει στο γάμο μιας ανηψάς του. Mε τα πολλά δέχτηκε, μα μόλις ήρθανε τα μεσάνυχτα (και τέλειωσε η προθεσμία των δέκα χρόνων) εχάθηκε από το χοροστάσι κι εβρέθηκε απλωμένος πάνω στα χείλια ενός πηγαϊδιού, δίπλα στο μοιραίο σταυροστράτι. Kι αποπάνω ντου οι “μακρυά ’πό ’πά” του λέγανε: “Tώρα, εδώ· την άλλη φορά, μέσα!”
Tι άλλο μπορεί να πάθει ένας απρόσεχτος υποψήφιος μουσικός;
Mας το λέει ο θεολόγος Aγησίλαος Kαραμπάσης στο ατμοσφαιρικό αφήγημά του “Παράφρων λυριστής”, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Kρητικός Λαός”, τεύχ. Γ’ (Iούλιος 1909), Hράκλειο, σελ. 76-78, βασισμένο, όπως γράφει, σε παράδοση που άκουσε στην επαρχία Aμαρίου:
Aλλ’ ότε έκραξεν ο μακροπτέρυξ αλέκτωρ, ήλθεν ο καιρός της αναχωρήσεως διά τα πονηρά πνεύματα. O πρώτος του τάγματος λαβών την δεξιάν του νέου λυριστού, του μεγίστην τώρα χαράν απολαύοντος, το ύστατον προς εκείνον “Xαίρε”, ο δόλιος κατ’ ανθρωπίνην γλώσσαν εξεστόμισε. Mη υποπτεύων δι’ ο ταλαίπωρος νέος το τέχνασμα, απέδωκε τον χαιρετισμόν προς τον δαίμονα. Aλλά φευ! το γέννημα του Αδου τον λόγον και τας φρένας τούτου ήρπασε, δους δε διά της ακανθώδους αυτού χειρός ράπισμα εις την παρειάν, ως αστραπή αμέσως αυτός και η μαινάς σπείρα του εχάθησαν, γελώντες χαιρεκάκως. O δε λυριστής παράφρων και άναυδος και αιμοσταγής εκ της πληγής μετά πολύ ευρέθη χρόνον, καθώς άταφος νεκρός. Oυδείς να ιατρεύση αυτόν ηδυνήθη, κλαίοντα ως νήπιον και φέροντα επί της παρειάς τα στίγματα του φοβερού ραπίσματος. Oυδαμώς όμως την τέχνην της λύρας απέβαλε, έχασε δε μόνον τον λόγον και τας φρένας. Kαι ούτω την λύραν του παίζων τον καιρόν περνά.

Πρόσωπα και σύμβολα
 

O κορυφαίος Pεθεμνιώτης λυράρης Aνδρέας Pοδινός (1912-1934) θρυλείται πως έμαθε τη λύρα στο σταυροδρόμι – ίσως μάλιστα με αντάλλαγμα τη νιότη του, αφού πέθανε 22 ετών. Tη φήμη αυτή εξήγησε ο γιατρός Nίκος Λυράκης με κείμενό του στο περ. “Προμηθεύς Πυρόφορος” (Δεκέμβριος 1980), που αναδημοσιεύθηκε στην εφημ. “Eλευθερία” του Pεθύμνου, φ. της 21/22-3-98, σελ. 12:
“…το έτος 1917-18 που τελείωσα το Γυμνάσιο βρέθηκα στο δώμα του πατρικού σπιτιού ένα πρωινό και συνήντησα στο διπλανό δώμα της γιαγιάς τον Aνδρέα, παιδί 10 χρόνων, γεροδεμένο και καλόκαρδο, που κρατούσε μια λύρα μικρού μεγέθους χωρίς χορδές και δοξάρι και την περιεργαζόταν. Eίχα ακούσει από καιρό πως προσπαθούσε να μάθει λύρα και για να τον αστειευθώ τον ρώτησα: Πότε επί τέλους θα την μάθεις αυτή τη λύρα;
Nα την, μου απαντά, την αγόρασα 5 δραχμές. Eγώ, Nίκο, συνεχίζει, θα την μάθω τη λύρα. Δεν φοβούμαι και θα πάω στο φαράγγι τα μεσάνυχτα να παίξω χωρίς να μιλώ· όταν θα έρθουν οι διαόλοι να με κουτουλούν με τα κέρατά τους, εγώ θα παίζω και θα τη μάθω… Eγώ κατόπιν τα διηγήθην και στη συνέχεια προήλθε μία σύγχιση στο ιστορικό αυτό”.
Aν διακρίνετε κοινά στοιχεία στο θρύλο του μεγάλου Pεθεμνιώτη μουσικού με εκείνον του κορυφαίου Iταλού βιολιστή Nικολό Παγκανίνι (1782-1840), ο οποίος θεωρήθηκε διαβολικό ον με αποτέλεσμα να του επιτραπεί από την Kαθολική Eκκλησία η χριστιανική ταφή μόνο πέντε χρόνια μετά το θάνατό του, η ομοιότητες είναι πολύ περισσότερες στον αντίστοιχο θρύλο της μαύρης Aμερικής: ο βιρτουόζος κιθαρίστας της μπλουζ Pόμπερτ Tζόνσον αφιέρωσε αρκετά τραγουδια του (που κυκλοφορούν και σε ελληνικές δισκογραφικές εκδόσεις) στη συνάντησή του με το διάβολο, σε κάποιο σταυροδρόμι, όπου απέχτησε τη θαυμαστή δεξιοτεχνία του.
Tα σταυροδρόμια (δίστρατα, δισταύρια) γενικότερα θεωρούνται χώροι συγκεντρώσεως ή διελεύσεως κακών πνευμάτων· γι’ αυτό, όπως μου έλεγε πρόσφατα κάποια φίλη από το Mυλοπόταμο, δεν πρέπει να περνά κανείς φρεσκολουσμένος από σταυροδρόμι και, αν το κάνει, πρέπει να βαστά αλάτι στον κόρφο του. Γι’ αυτό το λόγο εξάλλου συχνά ιδρύονται εικονοστάσια στα δισταύρια, αλλά και γίνονται εκεί διάφορα ξόρκια και μαύρες μαγικές τελετές. H πίστη αυτή, που ίσως δεν είναι άσχετη με αρχαίες παραδόσεις σχετικές και με ηθικά διλήμματα (πρβ. το δίστρατο της Aρετής και της Kακίας), αλλά κυρίως μάλλον με το σχήμα του δισταυριού (σταυρός) και πιθανόν με ενέδρες, για τις οποίες προσφέρεται, απαντά και στην Eυρώπη – και ο πολύς και κατατοπιστικός Pashley (1805-1859) κάνει σχετικές αναφορές στο έργο του.
Στον Aνδρέα Pοδινό
του Θοδωρή Ρηγινιώτη

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Οι «άθλιοι» του δημοσίου !!!





Του Αρη Χατζηστεφάνου

Τους είπαν κοπρίτες, άχρηστους και γραφειοκράτες. Ενας καλοστημένος μηχανισμός ανέλαβε να στιγματίσει κοινωνικά τους δημοσίους υπαλλήλους ανοίγοντας τις πύλες της ιδιωτικοποιήσης.


Ο Τζέισον είναι πυροσβέστης στο Δουβλίνο. Όταν τον συνάντησα πριν από δυο χρόνια, στο πλαίσιο μιας αποστολής για την κατάρρευση του Κέλτικου Τίγρη, έδειχνε συντετριμμένος  Η κόρη του, μου εξήγησε, ντρεπόταν να πει στο σχολείο τι δουλειά κάνει ο…μπαμπάς της.
Όχι γιατί ήταν πυροσβέστης, γιατί ήταν δημόσιος υπάλληλος. «Θα δείτε θα ξεκινήσει και σε εσάς» μου εξήγησε περιγράφοντας τα καθημερινά δημοσιεύματα του ιρλανδικού Τύπου, που κατηγορούσαν τους δημοσίους υπαλλήλους για ότι στραβό συνέβαινε στη χώρα – συχνά με προσβλητικούς και χυδαίους χαρακτηρισμούς.
Σύμφωνα με έρευνα της Ένωσης Δημόσιας Υγείας της Βρετανίας ο φόβος που προκαλείται μεταξύ των δημοσίων υπαλλήλων από τις συνεχείς επιθέσεις που δέχονται από πολιτικούς και μέσα ενημέρωσης προκαλεί συχνά περιστατικά κατάθλιψης.
Και αν οι Ευρωπαίοι δημόσιοι υπάλληλοι βρίσκονται αντιμέτωποι μόνο με το φάσμα της κατάθλιψης, της μείωσης μισθού και της απόλυσης, οι Αμερικανοί συνάδελφοί τους ίσως να βρεθούν σύντομα αντιμέτωποι με… ένοπλες μονάδες της εθνοφρουράς. Κατά τη διάρκεια της περσινής κατάληψης του Καπιτωλείου, από εργαζομένους που αντιδρούσαν στις περικοπές και την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, ο κυβερνήτης της πολιτείας, αφού εξέτασε το ενδεχόμενο προβοκάτσιας από ταραχοποιούς, πρότεινε και την επιστράτευση ενόπλων για την αντιμετώπιση των ατίθασων δημοσίων υπαλλήλων. Η Αμερική θυμήθηκε τα μολυβένια χρόνια των αρχών του 20ου αιώνα όταν η οικογένεια Ροκφέλερ έστελνε την εθνοφρουρά στις απεργίες των ανθρακωρύχων για να κάψουν τους καταυλισμούς των εργατών σκορπώντας το θάνατο.
Πως έφτασαν όμως οι δημόσιοι υπάλληλοι από την Ιρλανδία έως τις ΗΠΑ να αντιμετωπίζονται σαν «αποβράσματα» της κοινωνίας, όχι μόνο από τις κυβερνήσεις αλλά και από ευάριθμα τμήματα του πληθυσμού, που τους θεωρούν υπεύθυνους για ότι συμβαίνει στην οικονομία της χώρας τους; Ποιος επέτρεψε στους «σοσιαλιστές» υπουργούς του Παπανδρέου να αποκαλούν τους δημοσίους υπαλλήλους «κοπρίτες» και «άχρηστους»;
Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων τα φαινόμενα στιγματισμού των υπαλλήλων του δημοσίου στηρίζονται σε λανθασμένες εντυπώσεις και ψευδή στοιχεία. Σειρά ερευνών έχει αποδείξει ότι ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας σε ολόκληρο τον πλανήτη παρουσιάζουν παρεμφερή επίπεδα παραγωγικότητας ενώ οι μισθολογικές διαφορές είναι μικρές και συνήθως σε βάρος των δημοσίων υπαλλήλων.
Αυτό που ελάχιστοι ερευνητές έχουν παρατηρήσει όμως είναι ότι πίσω από τα φαινόμενα στιγματισμού των δημοσίων υπαλλήλων βρίσκονται συνήθως καλοστημένα δίκτυα παραπληροφόρησης που τροφοδοτούν με ψευδή στοιχεία το δημόσιο διάλογο.
Στις ΗΠΑ οι ημιτελείς ή ψευδείς πληροφορίες για το δημόσιο τομέα παράγονται και διαδίδονται από ένα δίκτυο εκατοντάδων συντηρητικών Think Tank με ευφάνταστα ονόματα όπως Yankee Institute, Bluegrass Institute και The Free Enterprise Nation. Τα συγκεκριμένα «δοχεία σκέψης» στελεχώνονται από καλοπληρωμένους ερευνητές αλλά και πρώην στελέχη του χρηματοπιστωτικού συστήματος που μεταπηδούν από ίδρυμα σε ίδρυμα – συχνά, δε, κατέχουν διευθυντικές θέσεις σε δυο ή περισσότερα ιδρύματα  Όλοι είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμοι να εμφανιστούν σε τηλεοπτικά πάνελ και να βομβαρδίσουν εφημερίδες με άρθρα γνώμης ενώ πολύ συχνά χρησιμοποιούν ως μοναδική πηγή των «εκθέσεών» τους στοιχεία από παρεμφερείς οργανώσεις.
Στη συνέχεια τηλεοπτικά δίκτυα όπως το FOX news και δεκάδες ιστοσελίδες (με εξίσου ευφάνταστα ονόματα όπως Pension Tsunami και UnionWatch) αναλαμβάνουν να μεταφέρουν στο ευρύ κοινό τα «πορίσματα των ειδικών» με τίτλους που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν από παραπλανητικοί έως… χυδαίοι. Η συγκεκριμένη διαδικασία επιτρέπει αυτό που οι κοινωνικοί ψυχολόγοι αλλά και οι μεγάλοι προπαγανδιστές του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου χαρακτήριζαν με τον όρο Ad nauseam – ένα επιχείρημα δηλαδή το οποίο επαναλαμβάνεται τόσες φορές ώστε να σου προκαλεί ναυτία.
Με αυτές τις παρεμβάσεις μετέτρεψαν τους Αμερικανούς δημόσιους υπαλλήλους σε απόλυτο αποδιοπομπαίο τράγο της παταγώδους αποτυχίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Και αυτό παρά το γεγονός ότι οι μέσες αποδοχές ενός υπαλλήλου της ομοσπονδιακής κυβέρνησης είναι κατά 11% χαμηλότερες από ιδιωτικούς υπαλλήλους με ανάλογα προσόντα.
Το εγχειρίδιο της παραπληροφόρησης
Η μετάδοση των συγκεκριμένων πληροφοριών εναντίων των δημοσίων υπαλλήλων αλλά και του δημόσιου τομέα εν γένει ακολουθεί συγκεκριμένα βήματα τα οποία έχουν τελειοποιηθεί με το πέρασμα του χρόνου από νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις, ιδρύματα ερευνών αλλά και μέσα ενημέρωσης. Μιλώντας για το ντοκιμαντέρ Catastroika ο Ντέιβιντ Χολ, καθηγητής του πανεπιστημίου του Γκρίνουιτς και ένας από τους σημαντικότερους μελετητές της λειτουργίας του δημόσιου τομέα, χωρίζει τη συγκεκριμένη πρακτική σε δυο μεγάλα βήματα: «Καταρχήν» μας εξηγεί ο Βρετανός ακαδημαϊκός «επιχειρούν να αποδείξουν ότι ο δημόσιος τομέας είναι αναποτελεσματικός και γραφειοκρατικός ενώ αδυνατεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των πολιτών. Για να το επιτύχουν αυτό» συνεχίζει ο Χολ «επιλέγουν αδυναμίες στη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού, οι οποίες μπορούν να γίνουν εμφανείς στους πολίτες, και στη συνέχεια τις παρουσιάζουν σαν γενικευμένο σύμπτωμα ολόκληρου του δημόσιου τομέα».
Εδώ, οι προπαγανδιστές του ιδιωτικού τομέα φαίνεται να ακολουθούν τις συμβουλές που έδινε στα χρόνια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ο διευθυντής της μονάδας ψυχολογικού πολέμου του βρετανικού στρατού Ρίτσαρντ Κρόσμαν: «Λαμπρός προπαγανδιστής είναι αυτός που λέει την αλήθεια ή εκείνο το τμήμα της αλήθειας που εξυπηρετεί το στόχο του».
Η Μάργκαρετ Θάτσερ ανέπτυξε οσό κανένας πολιτικός τη συγκεκριμένη τεχνική, πριν ξεκινήσει τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, προκειμένου να προετοιμάσει την κοινή γνώμη για την εκποίηση των σημαντικότερων τομέων της βρετανικής οικονομίας. Ακόμη και σήμερα όμως οι κάτοικοι του αριθμού 10 της Ντάουνινγκ Στριτ αντιμετωπίζουν τους δημοσίους υπαλλήλους σαν βάρος για τον κρατικό προϋπολογισμό  Και αυτό παρά το γεγονός ότι ένας στους τέσσερις Βρετανούς εργαζομένους, που λαμβάνει λιγότερο από επτά λίρες την ώρα, εργάζεται στο δημόσιο και πως οι δημόσιοι υπάλληλοι προσφέρουν κάθε χρόνο 120 εκατομμύρια ώρες απλήρωτων υπερωριών.
Το δεύτερο στάδιο στην επιχείρηση σπίλωσης των δημοσίων υπαλλήλων, μας εξηγεί ο Ντέιβιντ Χολ, είναι η αναζήτηση συγκεκριμένων υπηρεσιών του ιδιωτικού τομέα που θα μπορούσαν θεωρητικά να λειτουργήσουν καλύτερα από το δημόσιο. Και σε αυτή την περίπτωση ακολουθείται η πρακτική της γενίκευσης.
Στο σημείο αυτό όμως τα επιχειρήματα πολύ συχνά χάνουν κάθε επαφή με τη λογική αφού η «επιτυχία» του ιδιωτικού τομέα μετριέται με ποσοτικές μεθόδους που δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τις δημόσιες υπηρεσίες. Όπως εξηγούσε ο Όουεν Τζόουνς, συγγραφέας του βιβλίου «The Demonization of the Working Class» (Η δαιμονοποίηση της Εργατικής Τάξης) «εάν οι δαπάνες για την αντιμετώπιση του καρκίνου αυξηθούν κατά 10% ενώ οι θάνατοι μειωθούν κατά 5% σίγουρα δεν έχουμε αύξηση της παραγωγικότητας – ποιος θα μπορούσε όμως να πει ότι αποτύχαμε;».
Προπαγάνδα στο καφενείον η Ελλάς
Η Ελλάδα, δεν θα μπορούσε φυσικά να μην διαθέτει τις δικές της ομάδες που αναλαμβάνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα τον κοινωνικό στιγματισμό των δημοσίων υπαλλήλων. Εκτός από τους γνωστούς «μουτζαχεντίν του νεοφιλελευθερισμού», Στέφανο Μάνο και Ανδρέα Ανδριανόπουλου, γνωστοί δημοσιογράφοι όπως ο Πάσχος Μανδραβέλης έχουν πολλές φορές επιτεθεί σε δημοσίους υπαλλήλους – γεγονός για το οποίο ο τελευταίος αντιμετώπισε και πειθαρχική δίωξη από την ΕΣΗΕΑ.
Το παράδοξο της ελληνικής πραγματικότητας είναι ότι ακόμη και μεγαλοδημοσιογράφοι της κρατικής τηλεόρασης, οι οποίοι μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις συνεργάζονται και με άλλους φορείς του δημοσίου, σε τμήματα πανεπιστημίων κτλ. ρίχνουν πρώτοι τη λίθο στους δημοσίους υπαλλήλους  (μοναδικό ανάλογο παράδειγμα αποτέλεσε ο Τζέρεμι Κλάρκσον από την εκπομπή Top Gear του BBC, ο οποίος πρότεινε  οι δημόσιοι υπάλληλοι που απεργούν «να εκτελούνται μπροστά στην οικογένειά τους»).
Όταν πλέον έχουν δημιουργηθεί οι κατάλληλες συνθήκες στην κοινή γνώμη οι λαλίστατοι υπουργοί της εκάστοτε κυβέρνησης αναλαμβάνουν να εκφράσουν το «κοινό περί δικαίου αίσθημα». Ο Θ.Πάγκαλος αισθάνεται πλέον έτοιμος να μιλήσει για τους «κοπρίτες» του δημοσίου εκ των οποίων δυο στους τρεις  επί συνόλου ενός εκατομμυρίου είναι «άχρηστοι» ενώ ο Ανδρέας Λοβέρδος μπορεί να μιλά για «ένα εκατομμύριο δημοσίων υπαλλήλων που ταλαιπωρούν δέκα εκατομμύρια πολίτες». Στις συγκεκριμένες περιπτώσεις η προκλητική επιθετικότητα των «σοσιαλιστών» υπουργών αποτελεί και η ίδια ένα ακόμη προπαγανδιστικό τέχνασμα αφού έρχεται να καλύψει επιμελώς ένα γιγαντιαίο ψέμα: Την πληροφορία δηλαδή ότι στην Ελλάδα υπάρχουν ένα εκατομμύριο δημόσιοι υπάλληλοι.
Όπως είχε αποκαλύψει ο «Ιός της Κυριακής», ο μύθος του ενός εκατομμυρίου δημοσίων υπαλλήλων αποτέλεσε μια από τις πιο καλοστημένες επιχειρήσεις παραπληροφόρησης που γνωρίσαμε τα τελευταία χρόνια. Είχαν προηγηθεί δημοσιεύματα εφημερίδων όπως το ΒΗΜΑ που υποστήριζαν ότι η κυβέρνηση Καραμανλή έδινε «ψεύτικα στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τους εργαζομένους στο Δημόσιο» (26.5.09). Δυο μόλις εβδομάδες πριν από την υπογραφή του Μνημονίου ο Κ. Μίχαλος έδωσε στη δημοσιότητα Έκθεση του Κέντρου Μελετών και Ερευνών του ΕΒΕΑ στην οποία ανέφερε ότι ο αριθμός των Δημοσίων Υπαλλήλων «ανέρχεται, κατά προσέγγιση, στο 1.100.000».
Το σύνολο σχεδόν του αθηναϊκού Τύπου αναπαρήγαγε χωρίς την παραμικρή έρευνα την πληροφορία αποφεύγοντας φυσικά να αναφέρει ότι η ολοσέλιδη έκθεση στηριζόταν μεταξύ άλλων σε «εκτιμήσεις» και πληροφορίες της ηλεκτρονικής εγκυκλοπαίδειας Wikipedia. O στόχος όμως είχε επιτευχθεί και το μόνο που έμενε για το επιτελείο προπαγάνδας της κυβέρνησης ήταν να «θάψει» τα αποτελέσματα της επίσημης απογραφής η οποία έκανε λόγο για 768.009 υπαλλήλους  Ούτως η άλλως το τι θα έλεγε η απογραφή ήταν αδιάφορο για τα παπαγαλάκια του ελληνικού Τύπου, τα οποία ακόμη και όταν πήραν στα χέρια τους τα πρώτα στοιχεία συνέχισαν να γράφουν άρθρα με τίτλους όπως, «Η απογραφή δείχνει κράτος μαμούθ» και «Ολοταχώς προς το εκατομμύριο οι δημόσιοι υπάλληλοι».
Μάταια προσπαθούσε η ΑΔΕΔΥ να αποδείξει ότι ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων αλλά και η μισθολογική τους δαπάνη κυμαίνεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Πολύ περισσότερο κανένας δεν ζήτησε από τον Παπανδρέου να απολογηθεί για το τεράστιο ψέμα ότι δεν γνώριζε τον αριθμό των υπαλλήλων αφού τα στοιχεία της απογραφής απλώς επιβεβαίωσαν τους αριθμούς που είχε στη διάθεσή του το Υπουργείο Εσωτερικών.
«Ένα εκατομμύριο, εκατόν μία χιλιάδες, εκατόν μία και δέκα» έλεγε ο Δημήτρης Χορν στο Μια Ζωή την Έχουμε  Αυτός όμως σε αντίθεση με τους κήρυκες της θεωρίας του ενός εκατομμυρίου δημοσίων υπαλλήλων κατέληξε στη φυλακή.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Unfollow του Μάρτιου 2012

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Όταν ένας Παραβάτης «κουβέντιαζε» μ΄έναν Άγιο…







 























Αυτό μου ήρθε στο μυαλό, συνειρμικά μετά από «διάλογους» και «διαλόγους» που παρακολουθώ τελευταία για θέματα της επικαιρότητας σε τηλεοράσεις, έντυπα μέσα και Διαδίκτυο.

Ο επονομαζόμενος Παραβάτης ή και Αποστάτης, είναι ο Ιουλιανός, ο οποίος ήταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου (331-363μ.Χ), ο Άγιος είναι ο Μέγας Βασίλειος και ο διάλογος μεταξύ τους, είναι αυτός που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια μιας χιμαιρικής μονομαχίας ανάμεσα στον χριστιανισμό και στην αρχαία Ελλάδα.
Ο Ιουλιανός είναι μια από τις πιο αγαπημένες μου ιστορικές φιγούρες, ένας Δον Κιχώτης της ιστορίας που πολέμησε γενναία άλλα μάταια την χριστιανική θρησκεία, με άλογο του και άλλο Ροτσινάντε, την αναβίωση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, με πανοπλία και δόρατα την πίστη στην νεκρανάσταση ενός σώματος από καιρού νεκρωμένου και παρόλ'αυτά (ίσως και εξαιτίας αυτών) παραμένει μια αγνή ιδεαλιστική φιγούρα. Ο Σάντσο Πάντσα δεν ήταν άλλος από τη συνείδηση του που όπως και οι περισσότεροι από μας, την έγραφε εκεί που δεν πιάνει μελάνι.
Μόλις ανέβηκε στο θρόνο, μετά από πολλές περιπέτειες και απίστευτες ιστορίες έκανε έργο ζωής του να αναγεννήσει την αρχαία Ελλάδα στα ιδανικά της οποίας ήταν εξολοκλήρου προσκολλημένος. Έκανε διώξεις κατά του χριστιανισμού; Αναμφίβολα, αλλά κυρίως στο ιδεολογικό επίπεδο και σε καμία περίπτωση δεν έφτασε στις ακρότητες ας πούμε του Μέγα Θεοδόσιου, ο οποίος ταυτίζοντας Έλληνες και ειδωλολάτρες και όντας φανατικός όπως μόνο κάποιος στο όνομα μιας θρησκείας μπορεί να γίνει, είχε βαλθεί να καταστρέψει ό,τι θύμιζε αρχαία Ελλάδα, οδήγησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες σε μαρασμό και εντελώς χριστιανικότατα έσφαξε και 7.000 καρντάσια στη Θεσσαλονίκη. Βέβαια μετά μετανόησε για τα κρίματα του εξ’ου και το Μέγας και κρίμα που δε ζούσαν και οι 7.000 για να το μάθουν και να χαρούν.
Ο Ιουλιανός, έχοντας κλασσική παιδεία  και πανέξυπνος, θέλησε καταρχάς να έχει και τις ευλογίες του πιο χαρακτηριστικού σημείου αναφοράς των αρχαίων Ελλήνων, του Μαντείου των Δελφών. Τώρα μάλιστα! Το κορυφαίο παραπολιτικό-θρησκευτικό κέντρο της αρχαίας Ελλάδας, τυλιγμένο στην άχλη του χρόνου, της ιερότητας και της μαστούρας (με τι νομίζετε δηλαδή ότι φτιαχνότανε για να δώσει τις προφητείες η Πυθία με ρίγανη;) και ψώνισε από σβέρκο, καθώς έφαγε ένα ισχυρό σκαμπίλι αφού οι άνθρωποι του Μαντείου, παρόλο που τους συνέφερε η αυτοκρατορική εύνοια μπας και πάρουν καμιά χορηγία και λαδώσει το αντεράκι τους, το΄χαν καταλάβει ότι το ποτάμι πίσω δεν γυρίζει και του’παν, σόρρυ Ιουλιανάκο αλλά το μαγαζί έκλεισε και τα ρολά κατεβήκαν, βλέπεις «στενότης εμπόρευμα», δηλαδή δεν το’παν ακριβώς έτσι, αλλά εραστές της εντύπωσης μέχρι τέλους, έφυγαν από την αυλαία της ιστορίας όπως άξιζε στο παρελθόν τους, ποιητικά και άκρως θεατρικά:
«Είπατε τω Βασιλεί χαμαί πέσε Δαίδαλος αυλά, ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνην, ουδέ παγάν λαλέουσαν. Απέσβετο και το λάλον ύδωρ»

«Πείτε στον βασιλιά, ότι στο χώμα κείτεται ο έντεχνος αυλός, ο Φοίβος δεν έχει πια κατοικία, ούτε δάφνη μαντική, ούτε πηγή ομιλούσα. Χάθηκε και το νερό που μιλούσε»
[αν και πολλοί ιστορικοί αρνούνται την ύπαρξη αυτού του χρησμού]
Ο Ιουλιανός, πεισματάρης όσο δεν πήγαινε, πιστός ιδανικά του, δεν πτοήθηκε και συνέχισε τον αγώνα. Είχε καταλάβει ότι για να εδραιωθεί μια ιδέα, ένα κίνημα, μια επανάσταση τέλος πάντων, έπρεπε πρώτ’ απ’όλα να κερδίσει πόντους στη συνείδηση του κοσμάκη και εδώ εισέρχεται και η κόντρα και ο διάλογος με τον Μέγα Βασίλειο, καθώς ο τελευταίος ήταν μια τεράστια προσωπικότητα, σημείο αναφοράς των χριστιανών της εποχής και αυτόν και έπρεπε να νικήσει και μάλιστα να νικήσει ιδεολογικά.
Ζητάει λοιπόν από τον Μέγα Βασίλειο κείμενα που θα του αποδείκνυαν την υπεροχή του χριστιανισμού, τα παίρνει, τα διαβάζει και στέλνει ως απάντηση το μνημειώδες
ανέγνων, έγνων, κατέγνων /
διάβασα, κατάλαβα, καταδίκασα.
Κίνηση ρουά που λένε αλλά όχι και ματ (όπως αποδείχτηκε), γιατί η ατσίδα ο Ιουλιανός σου λέει, αυτή η απάντηση που εκπροσωπεί το «λακωνίζειν εστίν φιλοσοφείν» των αρχαίων θα τον φέρει στην από πάνω, καθώς θα χαραχτεί στη συνείδηση του κοσμάκη που γουστάρει συνθηματολογία και αναπάντητη θα μείνει καθώς τα κατεβατά και οι δεκάρικοι λόγοι που πίστευε ότι θα του στείλουν, μοιραία θα ξεχαστούν όπως όλα τα κατεβατά και οι δεκάρικοι λόγοι, ενώ το σύνθημα θα μείνει και θα είναι και σύνθημα νίκης.
Ο Μέγας Βασίλειος όμως, ο οποίος ήταν και λόγιος με τα όλα του, ήξερε και αυτός το «λακωνιζειν εστιν φιλοσοφειν» και είδε την πεπονόφλουδα που του έβαζε ό άλλος. Σου λέει αυτός θα περιμένει τώρα να τον κατακεραυνώσω με εδάφια της Καινής Διαθήκης, Πράξεις των Αποστόλων, Ύμνους και δε συμμαζεύεται, εδώ που τα λέμε το να προσπαθήσεις να πνίξεις τον ιδεολογικό σου αντίπαλο με κατεβατά, αφορισμούς και ύβρεις είναι εξίσου αποτελεσματικό όσο το να πνίξεις έναν καρχαρία στη θάλασσα. Έτσι λοιπόν του απαντάει με το εξίσου μνημειώδες
 ανέγνως, αλλ΄ουκ έγνως, ει γαρ έγνως, ουκ αν κατέγνως /
 διάβασες αλλά δεν κατάλαβες, αν καταλάβαινες, δε θα καταδίκαζες
και πάρ’τον κάτω τον Ιουλιανό, βλέπετε η πρόκληση βρήκε την απάντηση της και το σπαθί μπήκε στο θηκάρι καθώς τα τελευταία λόγια του Μέγα Βασιλείου ήταν και αυτά που κέρδισαν τις εντυπώσεις και χαράχτηκαν στην συνείδηση της Κοινής Γνώμης.
Από εκεί και πέρα για τον Ιουλιανό αρχίζει ο καθαρός δονκιχωτισμός, προδομένος από την αρχαία Ελλάδα που τόσο πίστεψε αλλά ουδέποτε του ανταποκρίθηκε, ηττημένος κατά κράτος από το μεγάλο του αντίπαλο τον χριστιανισμό, αποφάσισε να πάει μέχρι τέλους το πιστεύω του, τίμια και περήφανα μακριά από υποκριτικές μετάνοιες. 
Για τους 19 μήνες που βασίλεψε, υπήρξε ένας έξοχος κυβερνήτης και ένας γενναίος πολεμιστής που πολέμησε και κατανίκησε τον προαιώνιο αντίπαλο τους Πέρσες και έφτασε μέχρι την πρωτεύουσα τους την Κτησιφώντα όπου και σκοτώθηκε πάνω στην μάχη. Έχουν να λένε ότι το κοντάρι που τερμάτισε την ζωή του δεν το έφαγε κατάστηθα αλλά πισώπλατα (εξ οικείων τα βέλη και τότε, εξ οικείων τα βέλη και τώρα) και τα τελευταία του λόγια ήταν προς τον Ιησού Χριστό, το περίφημο «Νενίκηκας με Ναζωραίε».
Αν ρωτάτε τη γνώμη μου σε όλη του τη ζωή δεν πολεμούσε παρά τον εαυτό του.
Δύο αντίπαλοι, δυο ιδεολογίες, δυο κόσμοι διαφορετικοί, ο ένας κέρδισε, ο Μέγας Βασίλειος πήρε τη θέση του στην ιστορία και έγινε Άγιος, ο άλλος όμως έχασε και έγινε τεράστια προσπάθεια σπίλωσης της μνήμης του από φανατικούς θρησκόληπτους που δεν κατάλαβαν ότι η αξία του ηττημένου είναι και αυτή που δίνει δόξα στον νικητή και φαίνεται ότι ο χριστιανικός σεβασμός στον νεκρό περιοριζόταν μόνο στους χριστιανούς.
Στο θρόνο της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (ο όρος Βυζάντιο είναι ένας νεολογισμός των μελετητών του 16ου και 17ου αιώνα, οι Βυζαντινοί δεν ονόμαζαν τους εαυτούς τους Βυζαντινούς αλλά Ρωμαίους) κάτσανε άνθρωποι μεγαλοφυείς και ηλίθιοι, παράφρονες και φιλόδοξοι, προσωπικότητες και ανθρωπάκια, άγιοι και κακούργοι, όλοι όμως είχαν κοινή συνισταμένη την χριστιανική θρησκεία, μόνο ο Ιουλιανός όντας Ρωμαίος περιβλήθηκε το Έλληνας και απέρριψε το Χριστιανός.
Ήταν αντιφατικός όπως όλοι οι παραβάτες, αυτοκαταστροφικός όπως όλοι οι παραβάτες, δονκιχωτικός όπως όλοι οι παραβάτες, αλλά και γοητευτικός όπως όλοι οι παραβάτες. Στην άσπιλη χριστιανικότητα της Βυζαντινής Ιστορίας αυτός είναι ένα λεκές στα χρυσά της κατάστιχα, ξεθωριασμένος μεν από την πολύ χλωρίνη που έριξε πάνω του ο φανατισμός για να τον σβήσει ολωσδιόλου αν γίνεται από την ανθρώπινη μνήμη, αλλά αυτός εκεί παραμένει σαν μια ένδειξη θάρρους, τιμιότητας και πίστης απέναντι στα ιδανικά που μπορεί να΄χει κανείς στη ζωή του και στον τρόπο με τα οποία μπορεί να τα διαπραγματευτεί και ακόμη να πεθάνει γι’αυτά,
για όποιον τουλάχιστον έχει την όρεξη να ασχοληθεί με τέτοια πράγματα σήμερα.

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Οι πρώτοι αναρχικοί στην Πάτρα



Πηγή:  http://ngnm.vrahokipos.net/

Σαράντα χρόνια πριν την ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, στα μέσα της δεκαετίας του 1870, εμφανίζεται στην Πάτρα, ο πρώτος αναρχο-σοσιαλιστικός πυρήνας της Ελλάδας, με τη μορφή του «Δημοκρατικού Συλλόγου». Το ακόλουθο κείμενο περιέχεται στο περιοδικό ΑΝΤΙ 279, 18 Ιανουαρίου 1985, και θεωρούμε ότι συμβάλλει εποικοδομητικά στην καταγραφή της ιστορίας του αναρχικού κινήματος στην Ελλάδα. 
Ιδρυτές και μέλη  Χάρη στο εμπόριο της σταφίδας, του «μαύρου χρυσού» της εποχής, η Πάτρα αποτελούσε το κύριο εξαγωγικό λιμάνι της χώρας και το αστικό κέντρο με τις έντονες κοινωνικές ανισότητες. Πολυεθνική και πανελλήνια σε κοινωνική σύνθεση η Πάτρα είχε ως την εποχή της μπελ επόκ των αρχών του 20ου αιώνα, έντονα τα γνωρίσματα της κοινωνικής ευμάρειας και της ανάπτυξης ενός μεταπρατικού εμπορικού χώρου. Κύριες οικονομικές λειτουργίες της το εξαγωγικό εμπόριο της σταφίδας και ορισμένες «παραπληρωματικές» βιομηχανίες οινοποιίας. Την εικόνα συνθέτουν επιπλέον τα υπέρογκα κέρδη των εξαγωγικών οίκον, τα ευάριθμα εμπορικά και χρηματιστικά στρώματα, ο ιδεολογικός προσανατολισμός προς την προηγμένη Ευρώπη και τα πρότυπα της, η πολλαπλή κυριαρχία της πόλης στην ενδοχώρα της αγροτικής μικροιόιοκτησίας και μονοκαλλιέργειας. 

Σημειώθηκε και στην Πάτρα, όπως και στα άλλα αστικά κέντρα της χώρας μετά την απελευθέρωση του ελληνικού κράτους, η ίδια διαδικασία κοινωνικού σχηματισμού απο την συρροή των αγροτών. Το 1829 ο πληθυσμός της πόλης ήταν μόλις 4.000 κάτοικοι, το 1860 ήταν 18.000 το 1879 έφτασαν τους 25.494 και δέκα χρόνια αργότερα ο δήμος Πατρών είχε 38.164 κατοίκους1. 

Καθώς πληθαίνουν οι αγροτικές μάζες και συσσωρεύονται στην πόλη συναρτούν την επιβίωση και την τύχη τους με το διαμετακομιστικό εμπόριο, ενώ παράλληλα συνεχίζουν να διατηρούν στενούς δεσμούς με το χωριό. Οι περισσότεροι δεν εντάσσονται σε μια διαδικασία προλεταριοποίησης, αλλά ενσωματώνονται κυρίως στους μεταπρατικούς μηχανισμούς ως υπάλληλοι, μικροέμποροι, άνθρωποι των αφεντικών, ειδικευμένοι εργάτες, μικροτεχνίτες, και εποχιακοί εργάτες. Αγροτική ενδοχώρα και μικροαστικά στρώματα της πόλης (στην οποία κυριαρχούν οι εργατικές συντεχνίες) ριζοσπαστικοποιούνται μόνο στα χρόνια οικονομικής κρίσης, κι αυτό περιστασιακά. 

Η Πάτρα του 19ου αιώνα αποτελεί ένα μοντέλο προς μελέτη της διαδικασίας σχηματισμού της αστικής μεταπρατικής τάξης στην Ελλάδα, εκείνης της εθνικής ιδιομορφίας, κατά την οποία δεν συγκρούστηκε η ανερχόμενη αστική τάξη με την γαιοκτητική φεουδαρχία, δεν διαμορφώθηκε ριζοσπατικό αγροτικό κίνημα, όπως σε άλλες χώρες των Βαλκανίων και δεν διεδραμάτισαν επαναστατικό ρόλο —παράλληλο στον αγώνα της αστικής τάξης— τα αγροτικά στρώματα και το βιομηχανικό προλεταριάτο. 

ΠΑΤΡΑΙ - Εξαγωγή Σταφίδος 

Στο πολιτικό επίπεδο η πολιτική ολιγαρχία της εποχής, με τους πελατειακούς μηχανισμούς στελεχών, αποτελούσε και γνώρισμα της Πάτρας. Υπήρχαν τα οικογενειακά κόμματα, συνήθους από γόνους προκρίτων και η σχέση πατρονείας, που μετέβαλε τους ψηφοφόρους σε απλούς οπαδούς προσώπου. Στη θέση της ιδεολογίας υπήρχε η προσωπική πολιτική, που επέτρεπε την συναλλαγή του επαρχιώτη βουλευτή με την ηγεσία του επίσης προσωπικού κόμματος και την δίχως αρχές μετακίνηση του βουλευτή από το ένα κόμμα στο άλλο. Ωστόσο, η ίδια η εμπορευματική κοινωνική συγκρότηση ήταν που οδήγησε στη γέννηση του πολιτικού και κοινωνικού προβληματισμού και στην επιθυμία των μικροαστικών στρωμάτων να αποκτήσουν συλλογικό πολιτικό εκφραστή. Προσωπικότητες, όπως ο Ανδρέας Ρηγόπουλος, Αριστείδης Οικονόμου, Ρόκκος Χοϊδάς και Θάνος Κανακάρης θα αποκτήσουν μια πλατιά κοινωνική βάση, που ενοποιείται πολιτικά —άλλοτε περιστασιακά και άλλοτε μονιμότερα— γύρο από τις συνταγματικές ιδέες και τα αιτήματα δημοκρατικού χαρακτήρα. Μέσα από τους ίδιους τους μικροαστούς διανοούμενους και επαγγελματίες θα υπάρξουν και εκείνοι, που θα προσπαθήσουν στα 1877 να μεταφυτεύσουν τις ριζοσπαστικές ιδέες από την Ευρώπη. Το εγχείρημά τους θα έχει την μεταχείριση κάθε μεθοδολογίας, που υπερβαίνει τα όρια της εκσυγχρονιστικής μεταπρατικής ιδεολογίας και που αμφισβητεί την αυθεντικότητα της κυριαρχίας των εκπροσώπων της. 

Ιδρύεται ο Δημοκρατικός Σύλλογος, στα μέσα της δεκαετίας του 1870, από μερικούς νεαρούς Πατρινούς, που ανήκαν εις «χρηστάς οικογενείας διακριθείσας πάντοτε επί φρονίμασι συντηρητικοίς». Ανάμεσά τους ο καθηγητής των μαθηματικών Διονύσιος Αμπελικόπουλος —που θεωρείται και ο ηγέτης της κίνησης— ο δικηγόρος Κων. Μπομποτής, ο λογιστής – εμποροϋπάλληλος Κων. Γριμάνης και οι Αλεξ. Ευμορφόπουλος, Σπαθάρας και Ιωαν. Ασημακόπουλος. 

Ο Γιάννης Κορδάτος αναφέρει και δύο άλλους ιδρυτές, τον έκδοτη Παν. Ευμορφόπουλο και τον εισοδηματία Γεώργιο Παπαρρήτορα. Σύμφωνα με μαρτυρία του Αλεξ. Παν. Ευμορφόπουλου (γιου ιδιοκτήτη τυπογραφείου και εκδότη) η οργάνωση είχε μέλη ορισμένους φοιτητές και σπουδαστές, κυρίως, και σύνδεσμο στην Αθήνα το δικηγόρο Ιωάννη Φίλιο, που φαίνεται ότι μεσολάβησε στον τότε δημοκρατικό βουλευτή Ρόκκο Χοϊδά, για να ενδιαφερθεί όταν άρχισε ο διωγμός τους3. 

Με βάση των αριθμό των μελών, ο Δημοκρατικός Σύλλογος δεν φαίνεται να μαζικοποιήθηκε και μάλιστα αισθητά. Οι εφημερίδες της εποχής γράφουν ότι τα οργανωμένα μέλη της αναρχικής κίνησης δεν πρέπει vα ήταν περισσότερα από δώδεκα «αν κρίνωμεν εκ των εν τω Συλλόγω ευρεθέντων καθισμάτων»4. 

Η συντροφιά μαζεύεται τον πρώτο καιρό από σπίτι σε σπίτι και συζητά για τις κοινωνικές ιδέες και τα προβλήματα της εποχής τους. Θα προσανατολιστούν τελικά προς τον αναρχισμό της περιόδου εκείνης και το μαζικό επαναστατικό όραμα της Παρισινής Κομμούνας του 1871 με τις έντονες ουμανιστικές διακηρύξεις. Ωστόσο, η απόφαση των περισσοτέρων δεν είναι απλά η κοινωνική πρόκληση των μικροαστών, όπως γράφεται απο ορισμένους. 

Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Κ. Μοσκώφ: «Mια μικρή ομάδα από εξεγερμένα πνεύματα της Πάτρας, αποφασίζουν ότι μπορούν πλέον να περάσουν σε μια πολιτική δράση, που θα βγαίνει έξω από τα πλαίσια των δύο φιλελεύθερων κομμάτων της κοινωνίας της πόλης»5. 

Ο αναρχισμός και η πολυμορφία του, που αυτό τον καιρό δεσπόζει στην Ευρώπη, είναι η ρηξικέλευθη επιλογή, που γίνεται συστηματικά και συνειδητά. Βέβαια, η έννοια του όρου «πολιτική δράση» είναι σχετική. Η πρώτη σοσιαλιστική οργάνωση δεν φαίνεται να απέκτησε ποτέ ιδιαίτερα γραφεία και, αντίθετα από όσα γράφουν ο Γ. Κορδάτος και άλλοι ιστορικοί, δεν είχε δημόσια δράση ως την έκδοση της εφημερίδας της. Τα σχέδια των ιδρυτών του «Δημοκρατικού Συλλόγου» για την μαζική του επιρροή δεν φαίνεται να προχώρησαν πέρα από τον προσηλυτισμό ορισμένων σπουδαστών και άλλων νέων. 

Τον Μάιο του 1877 στο οίκημα που στεγάζεται ο Δ.Σ. —δεν είναι αυθαίρετο να υποθέσουμε ότι μπορεί να ήταν κάποιο δωμάτιο στο σπίτι του Δ. Αμπελικόπουλου ή άλλου πρωτεργάτη— οι ανακριτικές αρχές θα ανακαλύψουν τα στοιχεία μιας κανονικής οργανωτικής συγκρότησης. 

‘Οπως σημειώνει ο Φορολογούμενος, η εφημερίδα του εμπορομεσιτικού κατεστημένου των Πατρών: «εύρε εις αυτό βιβλιοθήκην πλουσίαν εκ των συγγραμμάτων όλων εν γένει των κοινωνιστών και με τας εικόνας των επισημοτέρων εργατών του Παρισινού Δήμου (σ.σ. των ηγετών της Παρισινής Κομμούνας) και άλλων. Κατέσχε δε τα πρακτικά και την αλληλογραφίαν του Συλλόγου»6. 

Συγκρότηση και πρωτοβουλίες 

Η αφετηρία του σοσιαλιστικού κινήματος στον τόπο μας δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί με ακρίβεια. Ο Κωστής Μοσκώφ υποστηρίζει ότιο Δ.Σ. συγκροτήθηκε το 1876, αφού πρώτα, στις αρχές ήδη του 1875, είχε αποφασίσει να δραστηριοποιηθεί πολιτικά7. Ο Γιάννης Κορδάτος θεωρεί ότι τόσο η δημιουργία της συντροφιάς όσο και του Συνδέσμου της έγιναν ένα χρόνο αργότερα, το 1876 και το 1877 αντίστοιχα. Ο Γεώργιος Λεονταρίτης, συμφωνώντας με τον Κ. Μοσκώφ, γράφει ότι ο Δ.Σ. ιδρύθηκε το 1876 και ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε την δική του εφημερίδα8. Τις χρονολογίες αυτές ακολουθούν λίγο πολύ όλοι οι άλλοι συγγραφείς (Κουτσούκαλης, Βεργόπουλος, Βουρνάς, Κατσούλης). 

Χρειάζεται να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στην τελική ιδρυτική πράξη και στις διάφορες ιδρυτικές διαδικασίες. Δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί η αφετηρία τους, ωστόσο, η απόφαση της ίδρυσης και η συγκρότηση, φαίνεται ότι έγινε, το αργότερο, το φθινόπωρο του 1876. 

Τότε στέλνουν χαιρετιστήριο μήνυμά τους στην συνέλευση (Συνδιάσκεψη) της Διεθνούς, στην Βέρνη, που έγινε στις 26-29 Οκτωβρίου. Τον Δεκέμβριο η οργάνωση προσχωρεί στις αποφάσεις της Διεθνούς, που είναι βεβαίως η μπακουνική Διεθνής Ενωση Εργατών και όχι η ενιαία Πρώτη Διεθνής όπως γράφεται λανθασμένα. Η ενιαία Πρώτη Διεθνής (1864-1876) δεν υπάρχει αυτό τον καιρό. 

Στο χαιρετιστήριο μήνυμά τους προς την μπακουνική Διεθνή, που έχει επιρροή στον ευρωπαϊκό χώρο, οι αναρχικοί των Πατρών γράφουν: 

…Εάν καταλάβαμε την σκέψη σας είμαστε πεπεισμένοι ότι υπάρχει πλήρης αρμονία ανάμεσα στις ιδέες μας και στις αρχές του προγράμματός σας. Έχοντας έντονη επιθυμία να αποκτήσουμε πιο στενές σχέσεις μαζί σας θ’ αρχίσουμε απ’ αυτή την ημέρα κιόλας μια τακτική αλληλογραφία μαζί σας… 

Το γραφείο της Συνδιάσκεψης τους απάντησε ενθαρρυντικά και τους έστειλε τα πρακτικά των εργασιών με τις εισηγήσεις και την πολιτική απόφαση. Δύο μήνες αργότερα (Δεκέμβρης 1876) οι Πατρινοί σοσιαλιστές γνωστοποιούσαν στο «γραφείο αλληλογραφίας και στατιστικής» της Διεθνούς ότι συμφωνούσαν με τις βασικές της αρχές και αποφάσεις9 

Ο ρόλος των Ιταλών αναρχικών 

Σύμφωνα με στοιχεία από δική μας έρευνα, οι Πατρινοί σοσιαλιστές, μετά την επαφή τους με την Διεθνή, έχουν διασυνδεθεί με αναρχικούς κύκλους της Ιταλίας. 

Η Ιταλία εκείνης της εποχής αποτελεί το κέντρο της αναρχικής κίνησης του Μπακούνιν, του οποίου τα κοινωνικά κηρύγματα προσελκύουν όσους έχουν απογοητευθεί από τις πολιτικές λύσεις και ιδιαίτερα από τον δημοκρατικό ριζοσπαστισμό του Μαντσίνι, ο οποίος έχει τοποθετηθεί αρνητικά απέναντι στην Κομμούνα. 

Όλοι οι συγγραφείς πιθανολογούν ότι οι Ιταλοί πολιτικοί προσφυγές στην Πάτρα είναι εκείνοι που βοήθησαν την οργάνωση στη διεθνή της διασύνδεση, ενθάρρυνση και προσανατολισμό. Ο Κωστής Μοσκώφ περιγράφει όλο το κοινωνικό πλαίσιο και αναφέρει: 

…Μέσα στην κοινωνία της Πάτρας σημαντική θέση κατέχει η μεγάλη ιταλική παροικία —τα 10-15% του πληθυσμού της πόλης ως τον τελευταίο ακόμα πόλεμο— παροικία συγκροτημένη από τους πρόσφυγες Ιταλούς επαναστάτες του 1848, που διατηρεί στενούς πάντα δεσμούς με την οικονομική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της πατρίδας της. Δικηγόροι, δάσκαλοι, σαράφηδες, ναυτικοί πράκτορες, τεχνίτες και μικρέμποροι τα μέλη της· στην ιδεολογία τους εθνικιστές, ριζοσπάστες, οπαδοί της Γαριβάλδη, και του Mazini, αναρχικοί, ουτοπικοί σοσιαλιστές· όλα τα ρεύματα της γειτονικής Ευρώπης συγκρούονται εδώ μες στη μιζέρια και τη φθορά, που προκαλεί η ανία του πικραμένου κόσμου κάθε προσφυγιάς —πρυτανεύει όμως μες στη μεσογειακή του οξύτητα ο αναρχισμός. Γιατί στο φιλελεύθερο υπόβαθρο της πατρινής κοινωνίας 0 αναρχισμός βρίσκει γόνιμο έδαφος —γίνεται αισθητός από τα πιο προωθημένα άτομα της φιλελεύθερης μάζας σαν μια έξαρση της φυσικής ιδεολογίας της, μια ανάπτυξη της συνεπής, ως το τέλος βγαλμένη από τα ίδια εμπορευματικά και μικροαστικά πλαίσια· όχι μια άρνηση του κοινωνικού συστήματος, αλλά μια προσπάθεια εκλογίκευσης αυτής της κοινωνίας του με την κατάργηση μιας εξουσίας «παράλογης». Μες στη φιλελεύθερη αυτή ουτοπία οι οικονομικές αντιθέσεις αντικειμενικά δεν θίγονται. Σ’ ένα τέτοιο συγγενικό υπόβαθρο ο αναρχισμός θα αναπτυχθεί δίχως εμπόδια στη λαϊκή αίσθηση· θα εγκατασταθεί στέρεα στην αχαϊκή πρωτεύουσα και από εκεί στα λιμάνια της σταφίδας, από το Αίγιο ως την Καλαμάτα, σε όλον τον εμπορευματικό Μωρηά…10. 

Μια διπλωματική αναφορά της εποχής είναι κατηγορηματική: 

…Η παρουσία στην Πάτρα μιας μεγάλης ιταλικής παροικίας ήταν αποφασιστική για τη δημιουργία μιας αναρχικής ομάδας, που εκδηλώθηκε σε πράξεις, των οποίων η ανάμνηση είναι ακόμα ζωντανή στην Ευρώπη…11. 

Τα ιστορικά στοιχεία, που υπάρχουν επιτρέπουν την άποψη ότι οι Ιταλοί σύνδεσμοι λειτούργησαν ως καταλύτες, μένοντας έξω από τα πλαίσια της οργάνωσης και όχι ενταγμένοι σ’ αυτή. Αν όμως δεν έχουν γίνει γνωστά, που έκαναν τις διασυνδέσεις αυτές —πιθανότατα μέσω του Δ. Αμπελικόπουλου— η δική μας έρευνα αποκάλυψε τις σχέσεις των Πατρινών σοσιαλιστών με τους αναρχικούς ομόφρονες της Μπολώνια και του Μιλάνου. Αλληλογραφούν μαζί τους, γίνονται παραλήπτες των εντύπων τους (όπως το PLEBE του Μιλάνου) και τους στέλνουν τα πρακτικά των δύο γενικών συνελέυσεων του Συλλόγου. 

Στις 20 Φεβρουαρίου στέλνουν τη δεύτερη επιστολή τους στο αναρχικό έντυπο της Μπολώνιας IL MAPTELLO (Το σφυρί), που θα δημοσιευτεί στο φύλλο 11 της 6ης Μαρτίου. Γνωστοποιώντας την πολιτική τους ταυτότητα οι αναρχικοί των Πατρών απορρίπτουν της μεταρρυθμιστικές αντιλήψεις του φιλελευθερισμού και δηλώνουν πως ασπάζονται την επαναστατική προοπτική. Η επιστολή τους αυτή έλεγε τα εξής: 

Ήδη από τις 20 Ιανουαρίου σας στείλαμε μια επιστολή, στην οποία σας εκθέταμε τις αντιλήψεις μας γύρω από την κοινή μας υπόθεση· και στο τέλος προσθέταμε: «Ο τύπος και ο τρόπος της παρέμβασής μας δεν μπορεί να είναι όμοιοι σε κάθε χώρα, αλλά μόνον οι κάτοικοι ενός ορισμένου μέρους είναι σε θέση να γνωρίζομεν ποια μέσα πρέπει να χρησιμοποιηθούν. Ο λαός δεν είναι μια TABULA RASA, αλλά γραμμένο βιβλίο και στον λαό πρέπει να στηρίξουμε την υπόθεσή μας». Προσθέταμε επίσης: «Ο τελικός μας σκοπός είναι η ευημερία του ανθρώπου, και αποδοκιμάζουμε όλους εκείνους που θέλουν να πετύχουν την βαθμιαία χειραφέτηση του λαού. Συμφωνούμε μαζί σας ότι μόνον στην Επανάσταση μπορούμε να ελπίζουμε». 

Αργότερα θα σας στείλουμε τα γενικά Καταστατικά της Δημοκρατικής Ομοσπονδίας του Λαού και τα ειδικά καταστατικά της Εταιρίας της Πάτρας. Ελπίζουμε να γίνουμε καλά κατανοητοί από μέρους των αδελφών μας της Δύσης. 

Με το προσεχές ταχυδρομείο θα σας στείλουμε επίσης μια μελέτη γύρω απο τον σοσιαλισμό στην Ελλάδα που θα δημοσιευτεί, και ένα εορταστικό φυλλάδιο γύρω από την 18 του Μάρτη. 

Πάμε πολύ καλά εδώ. Το έδαφος είναι πολύ εύφορο. Σε λίγο θα κάνει την εμφάνισή της η σοσιαλιστική εφημερίδα μας, σαν όργανο της Ομοσπονδίας μας και τότε θα αναπτύξουμε τις αντιλήψεις μας από κάθε οπτική γωνία. 

Χαιρετισμούς και αλληλεγγύη 

Είναι καταφανής η διάθεση ν’ αντλήσουν κύρος και πείρα από τις διεθνείς αυτές επαφές όπως και η φιλοδοξία να συνασπίσουν τους άλλους σοσιαλιστικούς ομίλους, με τους οποίους πρέπει να είχαν αρχίσει κάποια επαφή. 

Μια πρώτη απόδειξη γι’ αυτό μας δίνει το δημοσίευμα της εφημερίδας των Αθηνών Ρήγας, που διευθύνει ο Παναγιώτης Πανάς, ο οποίος συνδέεται στενά με τον τότε προοδευτικό βουλευτή Ρόκκο Χοϊδά. Στο δημοσίευμα του φύλλου 15 με ημερομηνία 22.3.1877, δημοσιεύεται η είδηση ότι εσχάτως συνεστήθη, στην Πάτρα, Δημοκρατικός Σύλλογος του Λαού και παραθέτει το τελευταίο μέρος, του καταστατικού (προγραμματικής διακήρυξης) σχεδόν όπως ακριβώς θα δημοσιευθεί μετά δύο μήνες στο πρώτο φύλλο της εφημερίδας των Πατρινών αναρχικών. Το δημοσίευμα του Ρήγα και του Παν. Πανά ο οποίος υπερασπίστηκε αργότερα τους Πατρινούς αναρχικούς, όπως και στη Βουλή ο Ρόκκος Χοϊδάς περιείχε και τις εξής ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τις προθέσεις των τότε αφανών κοινωνιστών της Πάτρας: 

…Ο Δημοκρατικός Σύλλογος Πατρών συνελθών εις Β’ Γενικήν Συνέλευσιν παρεδέχθη το καταστατικόν του Δημοκρατικού Συνδέσμου του Λαού, επεκύρωσε τον εαυτού κανονισμόν και το πρόγραμμα, καθ’ ο κηρύσσεται εχθρός όλων των πολιτικών και όλων όσων προσπαθούν να διατηρήσουν την σημερινήν κατάστασιν με οιονδήποτε τρόπον, και αποφάσισε την έκδοσιν εφημερίδος άπαξ του μηνός υπό τον τίτλον «Έλληνική Δημοκρατία» εκδούς επί τούτω Αγγελίαν. 

Είναι σαφές ότι τον μήνα Μάρτιο οι Πατρινοί αναρχικοί έχουν αποφασίσει ότι πρέπει ν’ αρχίσουν την προσεκτική δημοσιοποίηση των σκοπών τους , σε φιλικά έντυπα. 

Πρώτες αντιδράσεις και προειδοποιήσεις 

Η αποκάλυψη των σχέσεων με τους αναρχικούς της Ιταλίας γίνεται αφορμή να δείξει τις εχθρικές του διαθέσεις το κατεστημένο των Πατρών. Παρά τις προειδοποιήσεις, τα μέλη της οργάνωσης δεν θα διστάσουν να εκδηλωθούν και να διακηρύξουν τους σκοπούς τους με την έκδοση του ιδεολογικού τους οργάνου. 

Πρώτη δημοσιεύει τις σχετικές πληροφορίες, μαζί με το κείμενο της επιστολής, ως κύριο θέμα της, η συντηρητική εφημερίδα Μοχλός της Ζακύνθου, καλώντας την εισαγγελική αρχή των Πατρών να ασχοληθεί με την κρυφή ανατρεπτική οργάνωση. Χαρακτηρίζει τα άγνωστα μέλη της «αργυρώνητα όργανα ανθελληνικών ενεργειών», που έχουν σαφή διάθεση «να υποσκάψωσι την βασιλείαν και τον ελληνισμόν»12. 

Οι εντυπώσεις από την αποκάλυψη είναι αρνητικές στην Πάτρα και θα επεκταθούν ως την Αθήνα. Γράφει ο Φορολογούμενος: 

… Είμεθα εις θέσιν να βεβαιώσωμεν ότι η είδησις αύτη είναι καθ’ ολοκληρίαν ανυπόστατος και ότι τα εν τη επιστολή εκείνη διατυπούμενα εισίν εγρηγορότων η DIA DESIDERIA θερμοκεφάλου τινός αγνώστου παρ’ ημίν… Το έδαφος της πόλεως ταύτης δεν είναι πρόσφορον εις ανάπτυξιν τοιούτων τερατωδών ιδεών…13. 

Ανάλογη είναι και η διαβεβαίωση, που δίνει για την «παιδαριώδη» κίνηση η εφημερίδα Αχαΐα14. Το αθηναϊκό Μέλλον υποπτεύεται προσωπική ιδιοτέλεια στην όλη υπόθεση και δίνει την ερμηνεία ότι η επιστολή εστάλη υπό τινος ξένον ή Έλληνος τυχοδιώκτου, θέλοντος να φορολογήσει τας εν Ευρώπη κοινωνιστικάς εταιρείας ως ανταποκριτής ή ως ιδρυτής ομάδος και εν Ελλάδι15. Η χλευαστική αντιμετώπιση του θέματος από το Μέλλον θα προκαλέσει τα παράπονα του Μοχλού, που επιμένει ότι η οργάνση πράγματι συνέστη, αν και πιστεύει ότι την περιμένει οικτρόν ναυάγιον16. 

Είναι αξιοσημείωτο ότι το Μέλλον διευθύνει ο παλιός προυντονιστής και υμνητής της κομμούνας, Δήμος Παπαθανασίου, ο οποίος παρασύρεται από την προσωπική του αντιδικία με τον παλιό συνεργάτη του Παναγιώτη Πανά και υιοθετεί συνεχώς αντιδραστική στάση (αν και δεν θα ζητήσει την καταδίκη τους) απέναντι στις ιδέες των Πατρινών κοινωνιστών. 

Αυτές οι τρεις παραλλαγές: κινδυνολογία, χλευασμός, ελαχιστοποίηση, θα είναι εις το εξής ο χαρακτηριστικός τρόπος με τον οποίο ο τύπος των Αθηνών, των Πατρών, της Ζακύνθου, αλλά και της Βοιωτίας, θα αντιμετωπίσει την πρώτη σοσιαλιστική οργάνωση. Όλα αυτά τα δημοσιεύματα αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει κάποια συγκροτημένη οργάνωση. Όλα αυτά τα δημοσιεύματα αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει κάποια συγκροτημένη οργάνωση και μάλιστα με ανοιχτή δράση, συγκεκριμένα γραφεία κτλ. Τούτο βέβαια δεν είναι βασικό προσδιοριστικό, αν λάβει υπόψη του κανείς τον επαναστατικό χαρακτήρα της οργάνωσης. Δείχνει, όμως, πόσο ανυπόστατες είναι οι ευφάνταστες περιγραφές ορισμένων ιστορικών για τη μαζικότητα και τις δημόσιες εκδηλώσεις της πρώτης σοσιαλιστική οργάνωσης στην Ελλάδα. 

Το κλίμα της αποθάρρυνσης, που επιδιώκουν να δημιουργήσουν τα δημοσιεύματα αυτά, κυρίως τον Απρίλιο του 1877, θα έχει τις επιπτώσεις του. 

Ο δικηγόρος Βασίλειος Γ. Καλλιοντζής, που δεκαπέντε χρόνια αργότερα θα πρωτοστατήσει στο αναρχικό κίνημα της Δυτικής Πελοποννήσου, διαχωρίζει τώρα τις ευθύνες του. Δηλώνει με επιστολή του ότι αν και διατηρεί τις δημοκρατικές ιδέες του δεν έχει καμιά σχέση με τον Δημοκρατικό Σύλλογο. Αποκαλεί τους «πέντε ή εξ τον αριθμόν» ιδρυτές αλλά και προδρόμους του «λιποτάκτας της μερίδος μας» και τούτο γιατί πιστεύει ότι ο θεσμός της βασιλείας για την Ελλάδα είναι μια ανάγκη. Ο Καλλιοντζής θέλοντας να επικρίνει τις κομματικές φατρίες αντιδιαστέλλει ως συνταγματικότατη τη διαγωγή της βασιλείας εξ ης οι αληθείς φιλοπάτριδες χρηστάς ελπίδας, περί της εν ευθέτω καιρώ σωστικής ενέργειας της, αρύσθησαν17.  

Αυτή η δήλωση νομιμοφροσύνης του Βασίλειου Καλλιοντζή εξηγεί και τους λόγους για τους οποίους το κατεστημένο των Πατρών και η τοπική εξουσία αντέδρασαν τόσο έντονα. Ο κίνδυνος από την οργάνωση και τα επαναστατικά της κηρύγματα δεν ήταν τόσο η πρόκληση κοινωνικής αναταραχής, όσο η αμφισβήτηση στο πολιτικό επίπεδο. 

Από τη Ζάκυνθο ο Μοχλός, με τον λυσσαλέο τοπικό παραγοντισμό του, εκφράζει την υποψία ότι οι αναρχικοί των Πατρών μπορεί να συνεργάζονται με τον Ζακυνθινό βουλευτή Κ. Λομβάρδο, που αποτελεί μόνιμο στόχο του. Υποβάλλει την ιδέα αυτή προφανώς για να πλήξει τον Λομβάρδο και όχι για να δώσει κύρος στους πρώτους. Σ’ άλλο του δημοσίευμα, ο Μοχλός προσκομίζει νέα αποδεικτικά στοιχεία και ζητάει από τη δικαστική εξουσία των Πατρών να βρει και να τιμωρήσει τους αποπειρωμένους την διατάραξιν της κοινωνικής τάξεως δι’ ανατρεπτικών συνεταιρισμών18. Υποστηρίζει ότι έχουν περιέλθει στην κατοχή του το έντυπο καταστατικό και το πρόγραμμα και τα πρακτικά της Β’ συνελεύσεως του Δημοκρατικού Συλλόγου. Σ’ αυτά υπάρχει η απόφαση για την έκδοση εφημερίδας με το όνομα Ελληνική Δημοκρατία. Ίσως υπήρξε κάποια διαρροή, από την διεύρυνση της επιρροής, που είχε επιχειρήσει η οργάνωση ή απλώς δημαγωγική εκμετάλλευση όσων είχε —όπως είδαμε— δημοσιεύει ο Ρήγας στις 22.3.1877. Παρά τις αποθαρρύνσεις, τις απειλές και τις στημένες παγίδες, οι επικεφαλής του Δημοκρατικού Συλλόγου αποφασίζουν να γνωστοποιήσουν την παρουσία και τους προβληματισμούς τους. 

Στα μέσα Μαίου θα εκδώσουν τη μηνιαία εφημερίδα Ελληνική Δημοκρατία χωρίς συγκεκριμένη διεύθυνση και με υπεύθυνο τυπογραφείου τον Αλέξ. Ευμορφόπουλο. Οι συντάκτες τονίζουν ότι ο σκοπός της εφημερίδας ταυτίζεται με εκείνον του Δημοκρατικού Συλλόγου Πατρών, του οποίου αποτελεί όργανο και παραπέμπουν στα κείμενα που δημοσιεύονται. Στο εισαγωγικό κείμενο της πρώτης σελίδας οι συντάκτες διαβεβαιώνουν ότι θα ειπούμε την αλήθεια, χωρίς να λογαριάσουμε την Κυβέρνησιν. Θέλει να μας βάλει στην φυλακήν, θέλει να μας αφήσει ήσυχους, μας είναι αδιάφορο. Με βάση την πείρα από το παρελθόν περιμένουν και άλλες επικρίσεις: εις εκείνους οι οποίοι θα μας βρίζουν, δεν θα δίνουμε καμίαν απάντησι, και τονίζουν ότι όσοι ειλικρινά θελήσουν να συζητήσουν μαζί τους για οποιοδήποτε κοινωνικό ή πολιτικό ζήτημα θα απαντήσουμε με την πρέπουσα ευγένεια και κοσμιότητα. 

Στις τέσσερις σελίδες της Ελληνικής Δημοκρατίας δημοσιεύεται το πολιτικό πρόγραμμα (καταστατικό) της μετωπικής τους οργάνωσης που ονομάζεται Δημοκρατικός Σύνδεσμος του Λαού της οποίας ο Δημοκρατικός Σύλλογος Πατρών είναι απλώς ο ιδρυτής. Έτσι, καλούν κάθε σωματείο ή και άτομο, που δέχεται τις αρχές του καταστατικού να γίνει μέλος του Συνδέσμου. 

Εκτός απο το καταστατικό, η εφημερίδα έχει ως βασική ύλη την εκτενή ανάλυση – εκλαΐκευση, ειδησεογραφία από το ιταλικό αναρχικό κίνημα, μια διακήρυξη – άρθρο του κομμουνάρου Arnold για την έκτη επέτειο της Κομμούνας του Παρισιού και μια διακήρυξη θέσεων για το κρίσιμο διεθνές θέμα της εποχής, το Ανατολικό Ζήτημα. Έμβλημα της η ρήση: «Η επανάσταση είναι ο νόμος της προόδου». 

Καταστατικές αρχές και διακηρύξεις 

Οι ιδεολογικές αρχές της οργάνωσης έχουν αρκετά από τα γνωρίσματα των μπακουνικών εης εποχής, που τους έφεραν σε διάσταση με τους Μαρξ και Ένγκελς. Οπαδοί του επαναστατικού αυθόρμητου, υποτιμούν σοβαρά την καθημερινή ταξική πάλη, την οργανωμένη δράση και κάθε μορφή κεντρικής πολιτικής καθοδήγησης. Πιστεύουν ότι η προπαρασκευή του επαναστατικού κινήματος των μαζών θα πρέπει να γίνεται με τον ίδιο τρόπο, που θα χαρακτηρίζει και το σύστημα (κοινωνική οργάνωση) που σκοπεύει να θεμελιώσει η Επανάσταση. Έτσι, έχουν ως στόχο το Κράτος και την απόλυτη καταστροφή του, με βάση την πεποίθηση ότι απαιτείται η συνολική καταστροφή της κρατικής πολιτικής εξουσίας και όχι ο μαρασμός και η κατάκτησή της από το προλεταριάτο και τους συμμάχους του (όπως πίστευαν οι μαρξιστές). Για τους λόγους αυτούς, κύριο καθήκον κάθε αναρχικής ομάδας είναι να διασαλπίσει αρχές και αναγκαιότητες, να επιταχύνει με την προπαγάνδα την ταξική συνειδητότητα, χωρίς να την εκβιάζει, και να προσδοκά, ως ώριμο καρπό της, την ενστικτώδη εξέγερση των μαζών. 

Οι αδυναμίες των αναρχικών ιδεών εκείνης της περιόδου είναι εμφανείς και στο πολιτικό πρόγραμμα (καταστατικό) του Συνδέσμου. Το οποίο βέβαια έχει συνταχθεί, σύμφωνα με ορισμένες γενικολογίες («δημοκρατικός» κτλ.) και αναγκαίους ίσως, υπαινιγμούς. Μάλιστα, μια παράγραφος, η τρίτη του καταστατικού, που έχει ένα εθνικοπατριωτικό διφορούμενο για τους «σκλαβωμένους αδελφούς» φαίνεται να προστέθηκε μετά και εν όψει της πρώτης δημόσιας εμφάνισης της οργάνωσης. Η παράγραφος αυτή δεν υπήρχε στο γαλλικό κείμενο με το συνοπτικό του πρόγραμμα (καταστατικό), που είχαν στείλει στην αναρχική Διεθνή. 

ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ  Πεπεισμένοι, 

Ότι, η φτώχεια και η αμάθεια είναι οι μεγαλύτερες πληγές τον Λαού. 

Ότι, από αυτά τα δύο πηγάζει κάθε κοινωνική αθλιότης. 

Ότι, επομένως η ελευθέρωσίς μας από τη φτώχεια και την αμάθεια πρέπει να είναι ο ανώτερος σκοπός καθενός οπού θέλει να εργαστεί ειλικρινώς υπέρ της ΙΙατρίδος. 

Ότι, η ελευθέρωσις αύτη ενδιαφέρει όλους μας· διότι σκοπεύει να φέρει γενικήν ισότητα εις τα δικαιώματα και τα καθήκοντα όλων, και θα έχει ως βέβαιον αποτέλεσμα και την απελευθέρωση των αδελφών μας οι οποίοι είναι στη δουλεία19. 

Ότι, δια να ελευθερωθεί ο Λαός ο οποίος υποφέρει, πρέπει να σηκωθεί αυτός ο ίδιος να ζητήσει την ελενθέρωσίν του· και πρώτοι πρέπει να συνδράμουν όσοι εννοούν το καθήκον τους. 

Φρονούντες, 

Ότι, η ελευθέρωσις αύτη εξαρτάται, κατά μέγα μέρος, από την πολιτικήν χειραφέτησιν του Λαού. 

Και βασιζόμενοι εις την ιστορίαν μας, και εις το ότι κάθε άνθρωπος επλάσθη ελεύθερος και κύριος του εαυτού του, 

Συσταίνομεν 

Τον Δημοκρατικόν Σύνδεσμον του Λαού 

Όπως ενωμένα ζητήσωμεν με όλας μας τας δυνάμεις την εφαρμογήν τον Δημοκρατικού Πολιτεύματος, με τους εξής όρους: 

Α’. Άκραν αποκέντρωσιν και τέλειαν αυτοδιοίκησιν των Δήμων, δηλαδή κάθε Δήμος να είναι όλως διόλου ανεξάρτητος και να διοικήται μονός του. 

Β’. Πλήρη ελευθερίαν του ατόμου. 

Γ’. Κάθε εξουσία να είναι υποταγμένη εις την κυριαρχίαν του Λαού κατ’ ευθείαν. 

Ο Δημοκρατιμος Σύνδεσμος του Λαού θεωρεί εχθρούς του όλους όσους προσπαθούν να διατηρήσουν την σημερινήν κατάστασιν. 

Αναγνωρίζει ως νόμον του την Αλήθειαν, την Δικαιοσύνην και την Ηθικήν. 

Και δέχεται δια μέλη του κάθε Σωματείον ή και άτομον, το οποίον ήθελε παραδεχτεί το παρόν Καταστατικόν. 

Ότι, η ελευθέρωσις αύτη ενδιαφέρει όλους μας· διότι σκοπεύει να φέρει γενικήν ισότητα εις τα δικαιώματα και τα καθήκοντα όλων, και θα έχει ως βέβαιον αποτέλεσμα και την απελευθέρωσηντων αδελφών μας οι οποίοι είναι στη δουλεία19 

Από πρώτη άποψη το κείμενο μοιάζει περισσότερο με ιδεαλιστική διακήρυξη αρχών χωρίς συνοχή, παρά μ’ ένα σαφές επαναστατικό προσκλητήριο. Το καταστατικό της οργάνωσης σαν φόρμα είναι πολύ μακριά από την εικόνα που έχουμε για παρόμοια κείμενα. Κι αυτό είναι φυσικό. Ουσιαστικά, πρόκειται για το πολιτικό πρόγραμμα ενός αναρχικού συνδέσμου, που συγκροτείται πάνω σε ορισμένες αντιλήψεις και αρχές, χωρίς καθορισμένες διαδικασίες, ιεραρχία και καθήκοντα. 

Το πολιτικό πρόγραμμα της πρώτης σοσιαλιστικής οργάνωσης στην Ελλάδα έχει ως κύριο σκοπό να στιγματίσει την κοινωνική αθλιότητα της εποχής του, να αμφισβητήσει την τάξιν πραγμάτων και να προβάλει το όραμα της επαναστατικής αλλαγής. 

Το έμβλημα της εφημερίδας Η επανάσταση είναι ο νόμος της προόδου υποδηλώνει ασφαλώς τη δυναμική αυτής της αλλγής. Όπως επίσης την υποδηλώνουν το άρθρο του Arnold για την Κομμούνα και η ειδησεογραφία για την επαναστατική δράση των «κοινωνιστών» της Ιταλίας με επικεφαλής τον Κάρολο Καφιέρο. Ο αυτοπροσδιορισμός της οργάνωσης γίνεται σαφέστερος στην ανάλυση (εκλαΐκευση) του καταστατικού. Απορρίπτεται κάθε ρεφορμιστική διαδικασία και προπαγανδίζεται η αναγκαιότητα να σηκωθεί ο λαός, για να απελευθερωθεί από τα δεινά της φτώχειας και της αμάθειας και να βελτιώσει τη μοίρα του. Έτσι, οι αναρχικοί των Πατρών τοποθετούν ως κεντρικό πολιτικό τους καθήκον την εργασία με όλες τους τις δυνάμεις έως ότου ο λαός μας εννοήσει και σηκωθεί. 

Μπορεί το επαναστατικό αυτό προσκλητήριο να είναι ασαφές και χωρίς επεξεργασία, οι επιδιώξεις του νεφελώδεις και ουτοπιστικές, αλλά η όλη προσπάθεια, ακόμα και αν έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας οργάνωσης διανοουμένων, υποδηλώνει ένα χρέος συνειδητής πρωτοπορίας. Υποδηλώνει την πρόθεσή τους να ασκήσουν πολιτική πίεση στην κρατική εξουσία για κάποια κοινωνική εκλογίκευση, για τις ευθύνες της στην φτώχεια και την αμάθεια του λαού.

Σημειώσεις


1. Αλέκος Α. Μαρασλής, Ιστορία της Πάτρας, Πάτρα 1983, σελ. 266-267.  2. Χαρίτων Κορυζής, Η πολιτική ζωή εις την Ελλάδα (1821-1910), Αθήνα 1974, σελ. 131-132.  3. Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Ελλάδας, τόμος ΧΙΙ, Αθήνα 1958, σελ. 464.  4. Μακ. Αθαν., Η πρώτη δημοκρατική εφημερίς εν Πάτραις, εφ. Νεολόγος Πατρών, 16-10-1930.  5. Κωστής Μοσκώφ, Εισαγωγικά στην Ιστορία του Κινήματος της Εργατικής Τάξης, Θεσσαλονίκη 1979, σελ. 162.  6. Φορολογούμενος, φ. 12/20-5-1877.  7. Κωστή Μοσκώφ, έ.α., σελ. 162.  8. Γιώργος Λεονταρίτης, Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, Εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1978, σελ. 20.  9. Όλα όσα αναφέρονται για τις σχέσεις του Δ.Σ. με την μπακουνική Διεθνή αντλούνται από το έργο του James Guillaume: L’ Internationale — Documents et Souvenirs, Παρίσι 1910, τόμος ΙV, σελ. 122-251.  10. Κ. Μοσκώφ, έ.α., σελ. 161-162.  11. Archives du Ministere des Affaires Etrangeres, Nouvelle Serie, Grece, τόμος 1, σελ. 58.  12. Φύλλο 50, 22 Μαρτίου 1877.  13. Φύλλο 135-136, 8 Απριλίου 1877.  14. Φύλλο 782, 3 Απριλίου 1877.  15. Φύλλο 1550, 29 Μαρτίου 1877.  16. Φύλλο 51, 5 Απριλίου 1877.  17. Εφημ. Τοξότης, φυλ. 42, 15 Απριλίου 1877.  18. Φύλλο 53, 19 Απριλίου 1877.  19. Η παράγραφος αυτή δεν περιλαμβάνεται στο γαλλικό κείμενο με το συνοπτικό πρόγραμμα του (καταστατικό) που έστειλε ο Δ.Σ. στην μπακουνινική Διεθνή, όπως το παραθέτει ο Γ. Λεονταρίδης, (ε.α., σελ. 45). Είναι προφανής η σκοπιμότητα της προσθήκης με το εθνικοπατριωτικό διαφορούμενο, στην πρώτη δημόσια εμφάνιση της οργάνωσης. Επίσης το καταστατικό δεν περιλαμβάνονται οι απειλές κατά των πολιτικών, που είχαν προαναγγελθεί στο φύλλο της 22-3-1977 του Ρήγα.

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2013

Φώτης Κόντογλου - Ὁ Χριστιανισμὸς κι ὁ Μωαμεθανισμός.

 
 
 

Δυὸ συγγενικές, μὰ διαφορετικὲς θρησκεῖες
 
Συλλογή: Μυστικὰ Ἄνθη, Ἐκδόσεις: Παπαδημητρίου

«Θρησκευτικώτεροι οἱ πρὸς Ἀνατολὰς ἄνθρωποι», γράφει ἕνας ἀρχαῖος, θέλοντας νὰ πεῖ πῶς οἱ Ἀνατολίτες εἶναι πιὸ θρῆσκοι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς Δύσης, τῆς Εὐρώπης. Σημείωσε πὼς Ἀνατολὴ εἶναι καὶ τὰ Μπαλκάνια, μαζὶ μὲ τὴ Ρωσία.

Στὸν Ἀνατολίτη, τὸ αἴσθημα εἶναι πιὸ δυνατὸ ἀπὸ τὸ μυαλό, ἐνῷ στὸν Εὐρωπαῖο γίνεται τ᾿ ἀνάποδο. Κι ἐπειδὴ ἡ θρησκεία ἀποτείνεται στὴν καρδιὰ κι ὄχι στὸ μυαλό, γι᾿ αὐτὸ κι οἱ Ἀνατολίτες εἶναι πιὸ θρῆσκοι ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους, καὶ γιὰ τοῦτο ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ βγήκανε οἱ θρησκεῖες, ἐνῷ ἀπὸ τὴ Δύση δὲν βγῆκε καμμιά.

Οἱ ἄνθρωποι τῆς Δύσης εἶναι ὀρθολογιστές, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐπιδοθήκανε στὶς θετικὲς γνώσεις, στὶς ἐπιστῆμες, καὶ προκόψανε σ᾿ αὐτὲς καὶ σήμερα τραβήξανε ὅλον τὸν κόσμο μαζί τους. Ὅσοι ἀπ᾿ αὐτοὺς ξεχωρίζουνε καὶ δὲν πιστεύουνε μοναχὰ στὶς αἰσθήσεις τους, στρέφουν κατὰ τὴν Ἀνατολή, γιατὶ ἐκεῖ βρίσκουν τὴν πηγὴ γιὰ νὰ πιοῦνε ὅσοι διψᾶνε γιὰ κάποια μυστήρια ποὺ δὲ μποροῦνε νὰ ἐρευνηθοῦνε μὲ τὸ μυαλό.

Τὸ πόσο ὁ δυτικὸς ἄνθρωπος εἶναι δεμένος δυνατὰ μὲ τὸν ὀρθολογισμό, φαίνεται ἀπὸ τὴν παραμόρφωση ποὺ ἔπαθε ἡ χριστιανικὴ θρησκεία στὴν Εὐρώπη, ποὺ ἔγινε σιγὰ - σιγὰ ἕνα σύστημα τῆς ἐγκόσμιας γνώσης, ἔχοντας γιὰ σκοπὸ τὴν ἐπίγεια εὐτυχία κι ὄχι τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς ποὺ δίδαξε ὁ Χριστός. Στὴ Δύση, κι ἡ θεολογία ὑποτάχθηκε στὸν ὀρθολογισμό, κι ἔγινε κι αὐτὴ μιὰ ἐπιστήμη σὰν τὶς ἄλλες.

Στὴν Ἀνατολή, ὅμως, ἡ θρησκεία ἀπόμεινε θρησκεία. Ἀκόμα κι ὁ μωαμεθανισμός, τὸ λεγόμενο Ἰσλάμ, ποὺ εἶναι μιὰ κατώτερη ἀντίληψη τῆς θρησκείας, μὲ κάποιες χοντροκομμένες ἐντολές, ὡστόσο κράτησε ἀνόθευτον τὸν θρησκευτικὸ χαρακτήρα του, μακρυὰ ἀπὸ νεωτερισμούς, καὶ προσαρμογὲς στὴν κάθε ἐποχή, δηλαδὴ μακρυὰ ἀπὸ τον ὀρθολογισμό. Τὰ ὑλικὰ μέσα ποὺ μ᾿ αὐτὰ ἐκφράζεται ἡ θρησκεία τοῦ Κορανίου, τὸ τζαμί, ὁ χότζας, ἡ ψαλμῳδία, ἡ διακόσμηση, τὸ ντύσιμο τῶν κληρικῶν, ἡ τελετουργία, ὅλα ἀπομείνανε ἀνάλλαχτα ὁλότελα, ὅπως ἤτανε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ Ἰσλάμ. Σὲ καιρὸ ποὺ ἡ χριστιανικὴ θρησκεία παραμορφώθηκε μὲ τοὺς νεωτερισμοὺς ποὺ τοὺς ὑπαγόρευε τὸ ὀρθολογιστικὸ κοσμικὸ πνεῦμα, ἀπ᾿ ὅπου γεννήθηκε ὁ Παπισμός, ὁ Προτεσταντισμὸς καὶ τ᾿ ἄλλα παρακλάδια τους, παρεκτὸς τῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ ἀπόμεινε ἀνάλλαχτη ἐπειδὴ ἤτανε ὁ Χριστιανισμὸς τῆς Ἀνατολῆς, ὁ μωαμεθανισμὸς στέκεται πάντα ὅπως ἤτανε ἀπὸ τὴν ἀρχή, δηλαδὴ ἀπόμεινε «θρησκεία». Κατὰ τοῦτο, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας βρίσκεται ἀπὸ μιὰ μεριά, κοντύτερα στὸν μωαμεθανισμό, παρὰ στοὺς λεγόμενους Χριστιανοὺς τῆς Δύσης, γιατὶ ὁ μωαμεθανισμὸς δὲν ἔπαψε νὰ εἶναι «θρησκεία», καὶ στέκεται ἀχάλαστος ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, ποὺ εἶναι ὠφελιμιστικό. Γιὰ τοῦτο βλέπει κανένας Ἄραβες νὰ ἀσπάζωνται μὲ βαθὺν σεβασμὸ τὸ ράσο ἢ τὰ γένεια τῶν παπάδων μας, καὶ μωχαμετάνους νὰ βαφτίζωνται χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι καί, πολλὲς φορές, νὰ μαρτυροῦνε γιὰ τὸν Χριστό, ἐνῷ κανένας, οὔτε ἕνας, παπικὸς ἢ προτεστάντης δὲν βρίσκεται ἀνάμεσα στοὺς νεομάρτυρες ποὺ ἀποκεφαλίσθηκανε ἢ κρεμασθήκανε κατὰ τὸν καιρὸ ποὺ βασιλεύανε ἀπάνω μας οἱ Τοῦρκοι. Εἶναι ἀκαταμέτρητοι οἱ χριστιανοὶ ποὺ μαρτυρήσανε στὴν Περσία γιὰ τ᾿ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.

Ἄκουσα νὰ λέγει ἕνας παπὰς ἀπὸ τὴ Δαμασκὸ πῶς ὁ βασιλιὰς Ἀμπντουλλὰχ ἔλεγε στὸν Πατριάρχη τῆς Ἀντιοχείας τοῦτα τὰ λόγια: «Ἐσεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, μὲ τὸ παρουσιαστικὸ ποὺ ἔχετε, μᾶς κάνετε, ἐμᾶς, τοὺς μουσουλμάνους, νὰ σᾶς σεβόμαστε σὰν ἀνθρώπους τῆς θρησκείας, ἐνῷ ἐκεῖνοι οἱ φραγκοπαπάδες μας φαίνουνται σὰν πράκτορες ὑπόπτων ὑποθέσεων».

Ὁ Χριστιανισμὸς τῆς Δύσης ἔχασε τὸν οἰκουμενικό, δηλαδὴ τὸν παγκόσμιο χαρακτήρα του, γιατί, ὅπως εἴπαμε, κατάντησε ἕνα κοσμικὸ σύστημα, ἐπειδὴ θέλησε νὰ προσαρμοσθεῖ κάθε φορὰ στὴν κάθε ἐποχὴ καὶ δὲν ἀπόμεινε σ᾿ αὐτὸν τίποτα ἀμετακίνητο, δηλαδὴ τίποτα ἀπὸ «θρησκεία». Ἐνῷ ὁ μωαμεθανισμός, μ᾿ ὅλο ποὺ τὸ Κοράνιο εἶναι μία χοντροειδὴς παραλλαγὴ τοῦ Εὐαγγελίου, ὡστόσο κράτησε ἴσαμε σήμερα τὸν οἰκουμενικὸ χαρακτήρα του. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ τοῦ γνωρίσματα. Σὲ καιρὸ ποὺ στὴ Δύση οἱ χριστιανικὲς ἐκκλησίες κι οἱ κληρικοί της εἶναι λογιῶν - λογιῶν στὴν ἐξωτερικὴ ὄψη, ἄλλοι μὲ γένεια, ἄλλοι μὲ μούσια, ἄλλοι ξουρισμένοι, ἄλλοι μὲ ράσα, ἄλλοι μὲ πολιτικὰ ροῦχα, κλπ., τὰ τζαμιά, δηλαδὴ οἱ ἐκκλησίες τοῦ μωαμεθανισμοῦ, εἶναι παντοῦ τὰ ἴδια μέσα στὴν παράδοση, μὲ λίγες παραλλαγές, τὸ ἴδιο κι οἱ μιναρέδες, κι οἱ χοτζάδες εἶναι οἱ ἴδιοι παντοῦ, μὲ τὸ σαρίκι, μὲ τὸ καφτάνι, μὲ τὰ γένεια καὶ τὰ μουστάκια σὲ τύπο τοῦ προφήτη τους Μωάμεθ, καὶ ψέλνουνε ἀπάνω ἀπὸ τὸν μιναρὲ τὰ ἴδια λόγια, στὴν ἱερὴ ἀραβικὴ γλώσσα, ἀπὸ τὸ Μαρόκο ἴσαμε τὴ Σαμαρκάνδη, καὶ ἀπὸ τὴ δυτικὴ Ἀφρικὴ ἴσαμε τὴ Σουμάτρα, Κίνα κλπ.

Κανένας νεωτερισμὸς μήτε στὴν ἀρχιτεκτονική, μήτε στὴ μουσική, μήτε στὸ ντύσιμο. Παντοῦ οἱ χοτζάδες ἔχουν τὴν ὄψη ποὺ θυμίζει τὸν προφήτη τους, ἐνῷ οἱ παπάδες κι οἱ πάστορες τῆς Δύσης δὲν ἔχουνε καμμιὰ ἐξωτερικὴ ὁμοιότητα μὲ τὸν ἀρχηγὸ τῆς θρησκείας τους, πολλὲς φορὲς μάλιστα, θαρρεῖς πῶς ἐπιδιώκουν νὰ μὴ μοιάζουν ὁλότελα μ᾿ αὐτόν, ἀλλὰ νὰ μοιάζουν μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες προγόνους τους. Γιὰ παράδειγμα φέρνω τοὺς δυὸ ἀρχηγούς, τῆς Ἀνατολικῆς καὶ τῆς Δυτικῆς Χριστιανοσύνης, τὸν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα καὶ τὸν Πάπα Παῦλο, ποὺ συναντηθήκανε στὴν Ἱερουσαλήμ. Κυττάξετε τὶς φωτογραφίες, καὶ θὰ δεῖτε πῶς δὲν μοιάζουνε σὲ τίποτα αὐτοὶ οἱ δυὸ ἄνθρωποι, μ᾿ ὅλο ποὺ λένε πῶς εἶναι ἀρχιερεῖς τῆς ἴδιας θρησκείας. Τὸ πόσο εἶναι αὐτὸ ἀλήθεια φαίνεται ἀπὸ τὸ ἐξωτερικό τους: Ὁ ἕνας, ὁ Πατριάρχης, ἔχει ἱερατικὴ ὄψη, μὲ γένεια καὶ μὲ μαλλιά, ὅπως εἶχε ὁ Χριστός, φορᾶ ἕνα ράσο φαρδύ, ἀνατολίτικο, σὰν καὶ κεῖνα τὰ φορέματα ποὺ φορούσανε, ἀπάνω κάτω, στοὺς τόπους ποὺ φανερώθηκε ὁ Χριστός, ἐνῷ ὁ Πάπας εἶναι ξουρισμένος σὰν τοὺς Ρωμαίους, καὶ φορᾶ ἕνα σκουφάκι μία σταλιά, καὶ τὰ ροῦχα του εἶναι αὐτοσχεδιασμένα, μ᾿ ἕναν λόγο, τίποτα ἀπὸ τὸ ἐξωτερικό του δὲν εἶναι τέτοιο, ὥστε, βλέποντάς τον, νὰ θυμηθεῖς τὸν Χριστὸ ἢ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους. καὶ μ᾿ ὅλα ταῦτα, αὐτοὶ οἱ δυὸ ἱερωμένοι λένε πῶς εἶναι ἀρχιερεῖς τῆς ἴδιας θρησκείας. Ἐνῷ, ἂν ἤτανε μωχαμετάνοι, κι ἂς ἤτανε ὁ ἕνας ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο κι ὁ ἄλλος ἀπὸ τὸν Καύκασο, θὰ ἤτανε ὅμοιοι στὸ ἐξωτερικό τους, μὲ τὸ πρόσωπο σὰν τοῦ προφήτη τους, μὲ τὸ σαρίκι, μὲ τὸ καφτάνι, μὲ τὴν ἴδια ἔκφραση ποὺ ἔχουνε οἱ μουσουλμάνοι. Γιατί, ὅσοι ἀγαποῦν ἕναν πνευματικὸ ὁδηγό, ἔχουνε, ἐπιθυμία νὰ μοιάζουνε καὶ στὸ ἐξωτερικό με αὐτόν, πολὺ περισσότερο οἱ ἱερωμένοι, ποὺ ἀφωσιώσανε τὴν ψυχή τους καὶ τὴ ζωή τους στὸν ἀρχηγὸ τῆς θρησκείας τους.

Ἡ ἀλήθεια εἶναι πῶς πάθαμε πολλὰ ἀπὸ τοὺς μωχαμετάνους, ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, προπάντων ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Κι αὐτὸ ἔγινε, γιατὶ κι αὐτουνῶν ἡ θρησκεία παραμορφώθηκε ἀπὸ τὰ φυλετικὰ πάθη, μ᾿ ὅλο ποὺ ὁ Μωάμεθ μὲ τὸν πόλεμο ἄρχισε νὰ ξαπλώνει τὸ Κοράνιο. Σημείωσε πῶς οἱ Ἄραβες, οἱ πατριῶτες τοῦ Μωχάμετ, τοὺς Τούρκους, ποὺ πήρανε τὴ θρησκεία ἀπ᾿ αὐτούς, δὲν τοὺς παραδέχουνται γιὰ γνήσιους μωχαμετάνους, καὶ δὲν τοὺς συμπαθοῦν. Κι οἱ ἴδιοι οἱ Ἄραβες παραμόρφωσανε σὲ πολλὰ τὸ Κοράνιο, ὅπως γίνεται, πάντα ἀπὸ τὴν περιωρισμένη ἀντίληψη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ὅμως δὲν ἔχασε τὸν χαρακτήρα τῆς θρησκείας, ὅπως θὰ τὸν ἔχανε μὲ νεωτερισμοὺς κοσμικούς, ἂν εἶχε ὁ μωαμεθανισμὸς ὀπαδοὺς καὶ πιστοὺς στὴ Δύση. Δὲ μποροῦμε ν᾿ ἀρνηθοῦμε πῶς κι ἡ Ὀρθοδοξία στὸ Βυζάντιο ἔπαθε κάμποση παραμόρφωση ἀπὸ τὴν πολιτικὴ καὶ ἀπὸ τὴν κοσμικὴ ἐξουσία, σὲ πολλὰ μάλιστα πολὺ χυδαία κι ἀποκρουστική. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ τὴν ἔσωσε, εἶναι πῶς δὲν ἀλλάξανε τὰ θεμέλιά της, ὅπως ἔγινε στὸν Παπισμό, παρὰ στάθηκε ἀπαραμόρφωτη στὰ δόγματα, στὴ λατρεία, στὴ λειτουργικὴ ἀντίληψη τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, καὶ γιὰ τοῦτο οἱ τελετουργίες, οἱ ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, ἡ ἐξωτερικὴ ὄψη τῶν κληρικῶν, ἀπόμειναν μὲ τὸν λειτουργικὸν χαρακτήρα τους, ποὺ διατηρήθηκε, σὰν ἀπὸ κάποια θαυμαστὴ οἰκονομία, κατὰ τὸν σκληρὸν καιρὸ τῆς τουρκοκρατίας, καὶ διατηρεῖται ἀκόμα ὡς τὰ σήμερα.

Ὁ Μωάμεθ, ποὺ στάθηκε ὁ ἱδρυτὴς τῆς νέας θρησκείας στὴν Ἀνατολή, ἤτανε ἕνας ἀγράμματος καμηλιέρης. Στὰ χρόνια του, ὅπως καὶ στὰ περασμένα, ἡ πατρίδα του ἡ Ἀραβία εἶχε γιὰ θρησκεία ἕνα μάζωμα ἀπὸ εἰδωλολατρικὲς δεισιδαιμονίες γύρω ἀπὸ μία μεγάλη μαύρη πέτρα ποὺ τὴ λέγανε Καάβα καὶ ποὺ τὴν προσκυνοῦσαν καὶ τὴν προσκυνοῦνε ὡς τὰ τώρα οἱ πατριῶτες τοῦ Μωάμεθ.

Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ στὴν Ἀραβία κυριαρχοῦσαν οἱ ἔμποροι Ἑβραῖοι. Μὰ καὶ χριστιανοὶ ὑπῆρχαν μέσα στὴν ἴδια τη Μέκκα. Ὁ Μωάμεθ κατάλαβε πῶς ἡ φυλή του βρισκότανε πολὺ κάτω ἀπὸ τὶς δυὸ αὐτὲς θρησκεῖες, τὴν Ἑβραϊκὴ καὶ τὴ Χριστιανική, κι ἤθελε νὰ τὴ βοηθήσει, νὰ ἀνοίξει τὰ μάτια της. Γιατὶ, ἂν καὶ ἤτανε ἀγράμματος κι ἀπελέκητος, ἤτανε ὅμως ἔξυπνος.

Μεγάλη ἐντύπωση τοῦ ἔκανε ἡ ζωὴ τῶν Χριστιανῶν, προπάντων στὰ μοναστήρια, θαύμαζε τοὺς καλόγερους ποὺ ἤτανε ἀφωσιωμένοι στὸν θεὸ καὶ δὲν φροντίζανε γιὰ τὰ μάταια τοῦ κόσμου καὶ παρεχτὸς ἀπὸ τὴν ἀκτημοσύνη τους, γιὰ τὶς νηστεῖες, γιὰ τὶς προσευχές, γιὰ τὴ φιλοξενία τους καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη ποὺ εἴχανε γιὰ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Γιὰ τοῦτο εἶχε δέσει πολλὲς σχέσεις μὲ χριστιανοὺς μοναχούς.

Στενὴ γνωριμία ἔδεσε καὶ μὲ μία Ἑβραία πολὺ πλούσια, τὴ Χατιτζέ, ποὺ τὴν πῆρε στὸ τέλος γυναίκα. Αὐτὴ ἡ Χατιτζὲ γνώριζε καὶ κάμποσα γράμματα. Στὴ συντροφιά της εἶχε ὅλο διαβασμένους ἀνθρώπους, κι ἀνάμεσα σ᾿ αὐτοὺς ἤτανε κι ἕνας σοφὸς ἀστρολόγος Βαρακᾶς, ποὺ εἶχε βαφτισθεῖ χριστιανὸς κι εἶχε μεταφράσει στὰ ἀραβικὰ κάμποσα ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ὁ Μωάμεθ ὠφελήθηκε πολὺ ἀπὸ τὴ γυναίκα του, γιατὶ μαζί της συζητοῦσε συχνὰ ἀπάνω σὲ ὅσα εἶχε μάθει γιὰ τὴ θρησκευτικὴ κατάσταση τῆς Ἀνατολῆς κατὰ τὰ ταξίδια ποὺ ἔκανε ἀπὸ τὴ Μέκκα ὡς τὴ Δαμασκό, ποὺ τὸ παίρνανε γιὰ ὁδηγὸ στὰ καραβάνια. Τ᾿ ὄνομά του κι ἡ γνώση του ξακούσθηκε στὴ Μέκκα καὶ στὴν ἄλλη Ἀραβία. Μ᾿ ὅλο τὸν θαυμασμὸ ποὺ εἶχε γιὰ τοὺς χριστιανούς, ὡστόσο ἔβλεπε πῶς τοὺς χωρίζανε οἱ αἱρέσεις καὶ τοὺς ἀδυνατίζανε. Κοντὰ σ᾿ αὐτά, καταλάβαινε πῶς ἡ ἀδυναμία τῆς χριστιανικῆς θρησκείας ἤτανε τὸ ὅτι αὐτὴ δίδασκε τὴν ἀγαμία ἤ, τὸ πολύ, τὴ μονογαμία, ἐνῷ κεῖνες οἱ φυλὲς ἤτανε ἀπὸ κτίσεως κόσμου συνηθισμένες στὴν πολυγαμία.

Ἀφοῦ λοιπὸν τὰ μελέτησε ὅλα αὐτά, σὲ ἡλικία σαράντα χρονῶν παρουσιάσθηκε σὰν Προφήτης θεόσταλτος, λέγοντας πὼς ἔβλεπε τὸν Ἄγγελο Γαβριήλ, ποὺ τοῦ ἔλεγε τὰ θελήματα τοῦ θεοῦ, γιὰ νὰ τὰ κηρύξει στὸν κόσμο. Λίγα ἀπ᾿ αὐτὰ ἔβαλε καὶ τἄγραψε στὸ Κοράνιο.

Στὴν πατρίδα του τὸ Χεντζᾶ, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴν Ἐρυθρὴ θάλασσα, οἱ ἄνθρωποι βρισκόντανε σὲ μισοάγρια κατάσταση. Χριστιανοὶ ἐκεῖ δὲν ὑπῆρχαν. Μὲ τὸ κήρυγμά του δὲν μπόρεσε νὰ τραβήξει παραπάνω ἀπὸ λίγους πιστοὺς ὀπαδούς. Μὰ σὰν ξεσήκωσε τοὺς Ἄραβες σὲ ἱερὸ πόλεμο, γιὰ νὰ διαδώσει τάχα τὸ Κοράνιο, οἱ πατριῶτες του τὸν ἀκούσανε καὶ τὸν ἀκολουθήσανε μὲ φανατισμὸ κι ἔτσι ἅπλωσε ἡ νέα θρησκεία, μά, ὅπως θὰ δοῦμε, στὴ διάδοση τῆς συντελέσανε λιγώτερο οἱ Ἄραβες, καὶ πιὸ πολὺ οἱ ἄλλοι λαοὶ τῆς Ἀνατολῆς, ποὺ ἤτανε περισσότερο ξυπνημένοι, οἱ Ἕλληνες, οἱ Αἰγύπτιοι, οἱ Σύροι, οἱ Πέρσες καὶ ἄλλοι.

Τὸ περισσότερο μέρος ἀπὸ τὸ Κοράνιο γράφηκε ὕστερα ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Μωάμεθ, ποὺ δὲν ἤξερε μήτε νὰ γράφει μήτε νὰ διαβάζει. Τὸ γράψανε ἄλλοι περισσότερο μορφωμένοι, ποὺ ἴσως δὲν ἤτανε ἀπὸ τὴν ἀραβικὴ φυλή.

Τὸ Κοράνιο παραδέχεται τὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ παρουσιάζεται σὰν συμπλήρωσή τους. Ὁ Μωάμεθ κι οἱ ἄλλοι ποὺ συμπληρώσανε τὸ Κοράνιο, στηριχθήκανε στὴ χριστιανικὴ θρησκεία κι ὁ θαυμασμός τους γι᾿ αὐτὴ δὲν κρύβεται. Μὰ τὸ ἱερὸ βιβλίο τοὺς εἶναι γεμάτο ἀπὸ ἀχώνευτα καὶ χοντροκομμένα στοιχεῖα τῆς Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης, καὶ γιὰ τοῦτο τὰ δεχθήκανε εὐκολότερα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο ἐκεῖνοι οἱ βάρβαροι λαοί.

Τὸ Κοράνιο παραδέχεται τοὺς Πατριάρχες Ἀβραάμ, Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ, ἀλλὰ βάζει μαζί τους καὶ τὸν Ἰσμαήλ, τὸν γυιὸ τῆς Ἄγαρ, τοὺς Δικαίους καὶ τοὺς Προφῆτες, προπάντων τὸν Μωυσῆ καὶ τὸν Σολομῶντα.

Ὁ Χριστὸς κατὰ τὸ Κοράνιο εἶναι μέγας Προφήτης, δίκαιος, παντογνώστης καὶ ἰσχυρὸς κι αὐτὸς θὰ μεσιτεύσῃ στὸν θεὸ γιὰ τοὺς πιστούς, κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία. Κάθε φορὰ ποῦ ἀναφέρεται στὸ Κοράνιο τ᾿ ὄνομά του, γράφεται μὲ τὴν εὐχή; «Εἰρήνη ἐπ᾿ αὐτόν».

Τὸ Κοράνιο παραδέχεται τοὺς Ἀγγέλους, τὸ πέσιμο τοῦ Ἑωσφόρου, τὸν πόλεμο ποὺ κάνουνε οἱ δαίμονες στοὺς ἀνθρώπους. Τὰ κατώτερα πνεύματα ὀνομάζονται «τζὶν» καὶ «τακουΐν». Παραδέχεται τὴν Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, τὸν Παράδεισο καὶ τὴν Κόλαση, ἀλλὰ πιὸ ὑλιστικὰ ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο. Τὸν Χριστὸ τὸν ἀναγνωρίζει ὁ Μωάμεθ ὄχι μοναχὰ γιὰ τὸν μεγαλύτερο Προφήτη καὶ γιὰ τὸν ἁγιώτερο, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἕνα πλάσμα ἀνώτερο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ὄχι ὅμως γιὰ θεό. Λέγει πῶς τὸν γέννησε ἡ Μαριάμ, κατὰ ὑπερφυσικὸν τρόπο ἀπὸ θεία ἐπισκίαση, καὶ τὴ λέγει «Παρθένον Μαρίαν». Μάλιστα χτυπᾶ τοὺς Ἑβραίους ποὺ τὴ συκοφάντησαν. Σ᾿ αὐτό, καὶ σὲ ἄλλα, ὁ Μωάμεθ φανερώνεται περισσότερο χριστιανὸς ἀπὸ κάποιους χριστιανοὺς τῆς Εὐρώπης, ποὺ παίρνουνε μάλιστα μέρος σὲ Χριστιανικὰ Συμβούλια καὶ Διασκέψεις καὶ κάθονται κοντὰ στοὺς δικούς μας προδότες τῆς Ὀρθοδοξίας. Περιγράφει τὸν Εὐαγγελισμό, σχεδὸν ὅπως εἶναι γραμμένος στὸ Εὐαγγέλιο, καὶ λέγει πῶς ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ εἶπε στὴν Παναγία: «Ὁ Θεὸς σὲ ἐξέλεξε καὶ εἶσαι καθαρὰ ἀπὸ παντὸς ρύπου. Εἶσαι ἡ ἐκλεκτὴ μεταξὺ πασῶν τῶν γυναικῶν». Γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ λέγει πῶς ἡ ζωή του στάθηκε ἁγία, σὲ καιρὸ ποὺ συχνὰ ὁ Μωάμεθ λέγει μὲ ταπείνωση γιὰ τὸν ἑαυτό του πὼς εἶναι ἕνας ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος. Καὶ σ᾿ αὐτὸ εἶναι περισσότερο χριστιανὸς ἀπὸ τὸν περήφανο καὶ ἀλάθευτο Πάπα. Παραδέχεται τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὸν λέγει: «Ζῶντα Λόγον τοῦ Θεοῦ», καθὼς καὶ «Πνεῦμα ἡ Ψυχὴ τοῦ Θεοῦ». Λέγει πῶς ὁ Χριστὸς μιλᾶ μὲ ἐξουσία στὸν Θεό, σὰν ἴσος μ᾿ Αὐτόν. Συχνὰ τὸν λέγει «Μεσσία», ποὺ τὸν ἔστειλε ὁ Θεὸς στὸν κόσμο γιὰ τὴ σωτηρία του, κι ὅπως παραδέχεται τὴν ὑπερφυσικὴ σύλληψη καὶ γέννησή του, παραδέχεται καὶ τὴν Ἀνάληψή του. Μοναχὰ δὲν λέγει τίποτα γιὰ τὴν Ἀνάστασή του, γιατὶ ἂν τὴν παραδεχότανε κι αὐτή, θά ῾πρεπε νὰ τὸν παραδεχθεῖ γιὰ Θεό.

Ἐξυμνεῖ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, «ὅπου ἀδιακόπως μνημονεύεται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ». Κι αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολική, γι᾿ αὐτὸ καὶ στὴ θρησκεία τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα «Ἰσλάμ», ποὺ θὰ πῆ «Ὀρθοδοξία» στὰ ἀραβικά.

Κοντὰ σ᾿ αὐτὰ βρίσκονται στὸ Κοράνιο καὶ τὰ πιὸ ἀνάποδα πράγματα, σὲ τρόπο ποὺ νὰ βασιλεύει σ᾿ αὐτὸ μεγάλη χασμωδία, ποὺ δὲν τὴ νοιώθανε οἱ ἁπλοϊκοὶ κι ἀπελέκητοι ὀπαδοί του. Εἶναι γεμάτο ἀπὸ ἀκατανόητα πράγματα, ἀπὸ φανταχτερὰ λόγια χωρὶς νόημα. Λέγει καὶ ξαναλέγει πολλὲς φορὲς τὰ ἴδια. Μιλᾶ ἀόριστα γιὰ προφητεῖες καὶ μὲ πρόχειρο κι ἀκατάστατον τρόπο.

Ὑπάρχουν μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ βιβλίο τὰ πιὸ ἀντίμαχα πράγματα. Ὁ Θεός, ἀλλοῦ εἶναι «εὔσπλαχνος καὶ μακρόθυμος», κι ἄλλου «σκληρὸς καὶ ἐκδικητικός». Τὸ ἴδιο γίνεται καὶ μὲ ὅσα λέγει ὁ Μωάμεθ γιὰ τὸν ἑαυτό του: ἀλλοῦ ἐγκωμιάζει τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν ἀνεβάζει στὸν κολοφώνα, κι ἄλλου τὸν λέγει ἁμαρτωλό. Καὶ στὴ ζωή του, ἐκεῖ ποὺ εἶναι ἅγιος καὶ βλέπει Ἀγγέλους καὶ ὁράματα, ἐκεῖ παρουσιάζεται παραδομένος στὶς γυναῖκες καὶ στὶς ἡδονές.

Σὰν κατάλαβε πὼς τὸ κήρυγμά του δὲν ἔφτανε, ἅρπαξε τὸ σπαθί, ποὺ κάνει περισσότερη δουλειά. Γι᾿ αὐτὸ ἔγραψε: «Ὅσοι κηρύχνουν τὴν πίστη μου ἂς μὴ χάνουν καιρὸ μὲ τὰ κηρύγματα. Ἂς σκοτώνουν». Μόλις ἔνοιωσε τὸν ἑαυτό του δυνατόν, ἔπιασε τὸν πόλεμο καὶ τὴν αἱματοχυσία. Ἐνῷ στὴν ἀρχὴ κολάκευε τοὺς Ἑβραίους, γιὰ νὰ τὸν ὑποστηρίξουν, ὑστερώτερα, σὰν δὲν τοὺς εἶχε πιὰ ἀνάγκη, τοὺς καταδίωκε καὶ τοὺς σκότωνε. Τὸ ἴδιο ἔγινε ἀργότερα καὶ μὲ τοὺς χριστιανοὺς ἀπὸ τοὺς διάδοχούς του. Δίνει τὸν λόγο του, βάζει γιὰ ὑπογραφὴ τὴ μελανωμένη ἀπαλάμη του, μὰ ὕστερα δὲν κρατᾶ τὸν λόγο του, ὅποτε τὸ συμφέρο του τὸ καλεῖ. Γίνεται πολιτικὸς καὶ διπλωμάτης. Στὸν πόλεμο γίνεται σπουδαῖος πολέμαρχος, μὲ στρατὸ γυμνασμένον, μὲ κατάσκοπους, μὲ προπαγάνδα, μὲ πράκτορες, μὲ ὅλα: «Τὸ τέχνη τέχνη καὶ τὸ πίστη πίστη», ὅπως ἔλεγε κι ἐκεῖνος ὁ χριστιανὸς Ἀρβανίτης ποὺ ξεγύμνωνε τὶς ἐκκλησιές.

Ἡ Ἀραβία, ἡ πατρίδα τοῦ Μωάμεθ, εἶναι μὲν μία χώρα πολὺ μεγάλη, σχεδὸν ἴσαμε τὴ Ρωσία, ἀλλὰ ἔχει λίγους κι ἀνάριους ἀνθρώπους. Ἡ γῆ της εἶναι ἔρημος, ξερή, δίχως ἕνα μικρὸ ποτάμι, γι᾿ αὐτὸ τὸ μεγαλύτερο μέρος της εἶναι ἀκατοίκητο. Ἂν βγάλει κανένας τὴ Μέκκα καὶ τὴ Μεντίνα, δὲν ἔχει ἄλλες πολιτεῖες, παρὰ μόνο κάτι φτωχοχώρια, πολὺ μακρυὰ τὅνα ἀπὸ τ᾿ ἄλλο. Σημείωσε ἀκόμα πῶς ἡ Ἀραβία εἶναι ξεμοναχιασμένη, κομμένη ἀπὸ τὸν ἄλλον κόσμο, ἐπειδὴ τὴ ζώνουνε ἀπὸ παντοῦ ἐρημιές.

Λοιπόν, εἶναι δύσκολο νὰ παραδεχτεῖ κανένας πῶς ὁ λαὸς αὐτὸς ποὺ ζεῖ ἀπάνω της, ὁ περισσότερος μέσα στὰ τσαντήρια, μπόρεσε νὰ κάνει τόσα πολλὰ κατορθώματα, νὰ ξαπλώσει τὴ θρησκεία τοῦ Μωάμεθ, νὰ προκόψει στὰ γράμματα καὶ στὶς τέχνες, καὶ νὰ ἐξουσιάσει μὲ τὸν πόλεμο κάποιους τόπους πολὺ ἀπομακρυσμένους, ἀφοῦ πέρασε τὸ Γιβραλτὰρ κι ἔκανε βασίλειο πάνω στὴν Ἱσπανία!

Οἱ Ἄραβες δὲν εἴχανε μήτε γραφὴ γιὰ νὰ γράφουνε τὴ γλώσσα τους, κι ὁ ἴδιος ὁ Μωάμεθ λέγει μέσα στὸ Κοράνιο πῶς δὲν ξέρει μήτε γραφή, μήτε ἀνάγνωση. Ὡς τὰ σήμερα, οἱ κάτοικοι τῆς Ἀραβίας εἶναι σχεδὸν ὅλοι ἀγράμματοι. Πῶς λοιπόν, πρὶν ἀπὸ χίλια τρακόσια χρόνια, μπορέσανε καὶ κάνανε τὸν λεγόμενον Ἀραβικὸ πολιτισμό, τὸ Ἰσλάμ; Πῶς ἄξαφνα γινήκανε φιλόσοφοι, μαθηματικοί, ποιητές, καλλιτέχνες, ἀστρονόμοι, γεωγράφοι, ἱστορικοί, ἄνθρωποι ποῦ γυρίζανε σὰν τοὺς γύφτους μὲ τὶς καμῆλες ἀπάνω σὲ μιὰ χώρα ἔρημη; Αὐτὸ τὸ φαινόμενο δὲ μπορεῖ νὰ τὸ ἐξηγήσει κανένας μὲ ἄλλον τρόπο, παρὰ μοναχὰ ἂν παραδεχτεῖ πῶς ἐκεῖνοι ποὺ ἐπιδοθήκανε στὶς ἐπιστῆμες καὶ στὶς τέχνες δὲν ἤτανε οἱ ἄνθρωποι τῆς ἄγριας Ἀραβίας, ἀλλὰ ἄνθρωποι ἀπὸ ἄλλα ἔθνη τῆς Ἀνατολῆς, ποὺ εἴχανε πάρει τὴν καινούρια θρησκεία, δηλαδὴ ἀπὸ μωχαμετάνους τῆς Συρίας, τῆς Αἰγύπτου, τῆς Περσίας, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, καὶ πρὸ πάντων ἀπὸ Ἕλληνες, ποὺ πρωτοστατούσανε σὲ ὅλα. Οἱ περισσότεροι μουσουλμάνοι βγήκανε ἀπὸ τὶς ἀλλαξοπιστεμένες φυλές, ὅπως εἶναι αὐτοὶ ποὺ εἴπαμε, καθὼς κι ἄλλοι, ὅπως εἶναι οἱ Τοῦρκοι, οἱ Ἀρβανίτες, οἱ Μποσνάκηδες, οἱ Τάταροι, οἱ Μογγόλοι, οἱ Νέγκροι τῆς Ἀφρικῆς, οἱ Ἰντοί, οἱ νησιῶτες τοῦ Εἰρηνικοῦ Ὠκεανοῦ καὶ ἄλλοι.

Τὸ ὅτι τὸ Ἰσλάμ, τὸ δημιουργήσανε οἱ ἀρχαῖοι λαοὶ τῆς Ἀνατολῆς, ποὺ εἴχανε ἀπὸ πρὶν μία πνευματικὴ καλλιέργεια ποὺ βαστοῦσε ἀπὸ τὸν καιρὸ τοῦ Μεγ᾿ Ἀλεξάντρου, κι ὄχι ἀπὸ τοὺς Ἄραβες, τὰ ὑποστήριξε μὲ πολλὴ γνώση ἕνας Γάλλος σοφός, λεγόμενος Σ. Ριμπῶ, ποὺ ἔζησε πολλὰ χρόνια στὴν Ἀραβία καὶ στὴν ἄλλη Ἀνατολή, καὶ σπούδασε καλὰ ἀπὸ κοντὰ τοὺς Ἄραβες. Στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου του «Ὁ Ἑλληνισμὸς κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες τοῦ Ἰσλάμ», γράφει: «Φαίνεται πῶς βεβαιώνεται καὶ πῶς ἀποδείχνεται ἀπὸ τὰ γεγονότα πῶς τὰ διάφορα ἔργα ποὺ ἔκανε τὸ πνεῦμα τῆς Ἀνατολῆς κατὰ τὴν αὐγὴ τοῦ μεσαίωνα, σταθήκανε ἡ τελευταία ἀναλαμπὴ ποὺ ρίξανε οἱ ἀρχαῖοι πολιτισμοί, πρὶν τοὺς σκοτεινιάσει τὸ Ἰσλάμ... Τὰ ἔργα τῆς τέχνης καὶ τῆς σκέψης τῆς σπουδαίας ἐκείνης ἐποχῆς κατὰ τὴν ὁποία μεσουράνησε ὁ μωαμεθανισμός, εἶναι ἔργα ποὺ τὰ ἔκαναν οἱ Ἕλληνες».

Κι ἀληθινά, πῶς μπορούσανε νὰ φτάξουνε ὡς τὴν Ἱσπανία ἀπὸ τὴ μιὰ μεριά, κι ἀπὸ τὴν ἄλλη ὡς τὴν Περσία, τὶς Ἰνδίες, τὴ Σουμάτρα καὶ τὴ Γιάβα, κι ἀκόμα ὡς τὴν Κίνα, ἄνθρωποι σὰν τοὺς ντόπιους της Ἀραβίας, ποὺ δὲν ταξιδεύανε ποτές, καὶ ποῦ δὲν γνωρίζανε τί εἶναι ἡ θάλασσα; Κάποιοι ἄνθρωποι ἀπὸ ἄλλες φυλές, ἰδίως Ἕλληνες θαλασσινοὶ ἢ στεριανοὶ ταξιδευτὲς κι ἔμποροι, πηγαίνανε ὡς ἐκεῖνα τὰ ἀπόμακρα μέρη, κι ἀπ᾿ αὐτοὺς γραφήκανε καὶ τὰ φανταστικὰ ταξίδια σὰν τὴ Χαλιμά, ποὺ εἶναι ἡ ἀραβικὴ Ὀδύσσεια. Ὁ Σεμπὰχ ὁ θαλασσινὸς εἶναι ὁ νέος Ὀδυσσέας.

Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ βρισκόντανε σὲ ἀκμὴ τὰ γράμματα κι οἱ τέχνες στὴν Περσία, στὴ Συρία καὶ στὴν Αἴγυπτο, ἐνῷ ἡ Ἀραβία ἤτανε βουτηγμένη στὴν ἀμάθεια καὶ στὴ δεισιδαιμονία καὶ δὲν εἶχε ἰδέα ἀπὸ τὸν Ἀριστοτέλη κι ἀπὸ τὴν Ἄλγεβρα.

Γράφει ὁ Ριμπῶ: «Ὅταν καταχτήσανε οἱ Ρωμαῖοι τη Συρία καὶ τὴν Αἴγυπτο, μείνανε πολὺ λίγο σ᾿ αὐτὲς τὶς χῶρες καὶ γι᾿ αὐτὸ ἡ ἐπιρροή τους στάθηκε τιποτένια. Ἡ βάση τοῦ πληθυσμοῦ στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ τὴν Αἴγυπτο ἀπόμεινε ἑλληνική. Οἱ ἐπιστῆμες, οἱ τέχνες καὶ τὸ ἐμπόριο μείνανε σίγουρα στὰ χέρια τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς».

Ἕνα ἀπὸ τὰ σπουδαιότερα βιβλία ποὺ ἔχουν οἱ μουσουλμάνοι, δεύτερο μετὰ τὸ Κοράνιο, εἶναι τὰ σχόλια τοῦ Κορανίου, ποὺ τἄγραψε ἕνας σοφὸς Ἒλ - Μποχάρι, ποὺ ἤτανε ἀπὸ τὴ Μπουχάρα, μιὰ χώρα ποὺ βρίσκεται πολὺ μακρυὰ ἀπὸ τὴν Ἀραβία. Ἀλλὰ κι οἱ ἄλλοι γραμματισμένοι μωχαμετανοι, ποὺ γράψανε βιβλία σπουδαία κατὰ τὸν καιρὸ ποὺ βρισκότανε σὲ ἀκμὴ τὸ Ἰσλάμ, ἤτανε σίγουρα ἢ Πέρσες ἡ Ἕλληνες ἢ Σύροι, ὅπως εἶναι ὁ Ἒλ -Μαμοῦν, ὁ Μαχμοὺτ - ἴμπν - Μουσσά, ὁ Βαζὰ ἔλ - Τεργκανί, ὁ Κεμὰλ - ἔλ - Ντίν, ποὺ ἐπιδοθήκανε στὰ μαθηματικὰ καὶ στὴ γεωμετρία, ὁ Ἒλ - Φαραμπή, ὁ Ἴμπν - Ρωχντ, ὁ Ἒλ - Γκοτζάλι, ὁ Ἴμπν - Τζάρ, ποὺ ἔπιδοθηκανε στὴ φιλολογία, ὁ Ἀμποὺ - Μπέκρ -ἔλ - Ἀνταλουζί, ὁ Ἴμπν - Σινᾶ, ὁ Ἴμπν - Ραντουᾶν, ποὺ καταγίνανε μὲ τὴ γιατρική, κι ἄλλοι πολλοὶ μωχαμετάνοι ἀπὸ διάφορες φυλές.

Τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα τὴ μιλούσανε σ᾿ ὅλη τὴν Ἀνατολή, στὴ Μικρὰ Ἀσία, Συρία, Παλαιστίνη, Αἴγυπτο, καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τ᾿ ἄλλα βιβλία τῆς χριστιανικῆς θρησκείας γραφήκανε στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα. Ὅταν ὅμως ἡ θρησκεία τοῦ Μωάμεθ ἅπλωσε γρήγορα παντοῦ, ἐπειδὴ ἤτανε πιὸ βολικὴ γιὰ τὸν ἀπαίδευτον ὄχλο τῆς Ἀνατολῆς, ἅπλωσε κι ἡ ἀραβικὴ γλώσσα μαζὶ μ᾿ αὐτή, καὶ γινήκανε μωχαμετάνοι καὶ πλῆθος γραμματισμένοι Ἕλληνες, Αἰγύπτιοι, Σύροι, Πέρσες κ.ἄ. Καὶ σὰν ᾔρθανε ἀπὸ μέσα ἀπὸ τὴν Ἀσία ἕνας καινούργιος λαός, οἱ Τοῦρκοι, καὶ γινήκανε κι αὐτοὶ μουσουλμάνοι, καὶ μπορέσανε καὶ πήρανε τὴν Κωνσταντινούπολη, τότε πιὰ τὸ Ἰσλὰμ καπλάντισε τὴν Ἀνατολὴ καὶ τὰ βορεινὰ τῆς Ἀφρικῆς, χωρὶς νὰ ὑπάρχει μήτε ἕνας Ἄραβας μέσα στὶς μυριάδες μωχαμετάνους ποὺ πολεμοῦσαν κάτω ἀπὸ τὴν πράσινη σημαία τοῦ Μωάμεθ.

Ὅλοι αὐτοὶ εἴχανε γίνει μουσουλμάνοι τόσο γρήγορα, ἐπειδὴ τὸ Κοράνιο λέγει πῶς κάθε ἄνθρωπος εἶναι δεχτὸς στὴ θρησκεία τοῦ Μωάμεθ, ἀπὸ ὅποια φυλὴ κι ἂν εἶναι, φτάνει νὰ παραδεχτεῖ τὴν πίστη καὶ τὶς συνήθειες ποὺ ἔχουνε οἱ Ἄραβες. Στὴν ἱστορία εἶναι γραμμένοι μουσουλμάνοι στρατιωτικοὶ πασάδες ἀπὸ κάθε ἔθνος, ἀκόμα καὶ Εὐρωπαῖοι. Κάποιοι ἀλλαξοπιστεμένοι Φραντσέζοι γινήκανε καὶ σουλτάνοι ἀκόμα, ἀφήνω τοὺς στρατηγοὺς καὶ τοὺς ναύαρχους. Τοὺς τέτοιους ἐξωμότες τοὺς καλοπιάνουνε οἱ μωχαμετάνοι, τὸ ἕνα γιατὶ ἔχουνε ἀνάγκη ἀπὸ τὶς γνώσεις τους, καὶ τὸ ἄλλο γιατὶ τὸ θεωροῦνε γιὰ τιμὴ τῆς θρησκείας τους νὰ ἔρχουνται σ᾿ αὐτὴ τέτοιοι ἄνθρωποι σπουδαῖοι. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστικὸ ποὺ ἐξηγᾶ γιατὶ αὐτὴ ἡ θρησκεία ἅπλωσε τόσο πολὺ καὶ τόσο γρήγορα καὶ γιατὶ ἡ ἀραβικὴ φυλὴ δοξάστηκε.

Σ᾿ ὅλη τὴν Ἀφρικὴ τὸ Ἰσλὰμ ἅπλωσε κι ἁπλώνει ὁλοένα περισσότερο. Φυλὲς ποὺ προσκυνούσανε πρωτήτερα τὰ εἴδωλα, γίνουνται μωχαμετάνοι κι ὄχι χριστιανοί, ἀφοῦ καὶ κάποιοι Ἀφρικανοὶ ποὺ εἴχανε βαφτισθεῖ χριστιανοί, ἀσπασθήκανε τὸν μωαμεθανισμό. Γιατὶ, ὅπως εἴπαμε, ἡ θρησκεία τοῦ Μωάμεθ εἶναι χοντροκομμένη καὶ βολική, ἐπειδὴ δὲν ἔχει μέσα της πολὺ πνευματικὰ νοήματα, ὅπως ὁ Χριστιανισμός. Ὁ μουσουλμάνος μπορεῖ νὰ πάρει πολλὲς γυναῖκες, νὰ ἔχει χαρέμια, κι ὄχι μοναχά σε τούτη τὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ στὴν ἄλλη, ἀφοῦ στὸν Παράδεισο ὑπάρχουνε τὰ «οὐρί», καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτὰ τρῶνε καὶ πίνουνε καὶ γλεντοῦνε οἱ πιστοὶ τοῦ Ἰσλάμ, ἅμα πεθάνουνε.

Ἡ Ἀραβία ἔχει μεγάλη ἔκταση, ὅπως εἴπαμε, ἀλλὰ λίγους ἀνθρώπους. Καὶ μάλιστα, στὸν καιρὸ τοῦ Μωάμεθ εἶχε ἀκόμα λιγώτερους. Πῶς λοιπὸν αὐτοὶ οἱ λίγοι πολεμιστές, μέσα σε 80 χρονιά, περπατήξανε σὲ τόσες ἀπέραντες χῶρες καὶ τὶς ἐξουσιάσανε μὲ τὸ σπαθί τους; Πῶς μπορέσανε καὶ περάσανε τὴν Ἰταλία, τὴν Ἱσπανία καὶ φτάξανε ὡς τὰ σύνορά της Γαλλίας, στὴν Εὐρώπη, τὴν Αἴγυπτο, Τρίπολη, Τούνεζι, Ἀλγέρι καὶ Μαρόκο, στὴν Ἀφρική, κι ἀπὸ τ᾿ ἄλλο μέρος τῆς σφαίρας φτάξανε ὡς τὴν Περσία, Μπουχάρα, Ἴντια κλπ.

Οἱ πολεμιστὲς τοῦ Ἰσλὰμ ἤτανε χριστιανοὶ ἀλλαξοπιστεμένοι, ἀπὸ τὶς ξεπεσμένες φυλὲς τῆς Ἀνατολῆς, ποὺ τὶς τραβοῦσε ἡ νέα θρησκεία μὲ τὶς εὔκολες ἐντολές της, μὲ τὰ χαρέμια καὶ τὶς ἄλλες ὑλικὲς ἀπολαύσεις ποὺ ἔταζε στοὺς πιστούς της. Οἱ Ἕλληνες ποὺ γινήκανε μωχαμετάνοι, μάθανε γρήγορα τὴν ἀραβικὴ γλώσσα, καὶ μάλιστα, τὴν καλλιεργήσανε περισσότερο, κι ἔτσι ἡ Ἀνατολή, ποὺ ἤτανε ἑλληνική, ἔγινε μουσουλμανική, ἤγουν ἀραβική, χωρὶς νὰ δουλέψουν γι᾿ αὐτὸ οἱ ντόπιοι Ἄραβες τῆς Ἀραβίας.

Οἱ πιὸ σπουδαῖοι καλίφες εἴχανε στὶς φλέβες τους ἣ λίγο ἢ δὲν εἴχανε καθόλου ἀραβικὸ αἷμα. Ὁ πιὸ δοξασμένος στάθηκε ὁ Χαροῦν - ἄλ - Ρασίντ, ποὺ βασίλεψε στὸ Μπαγντὰτ στὰ 800 μΧ.. Τὸ παλάτι του ἤτανε γεμάτο ἀπὸ σοφούς, ποιητές, ἱστορικοὺς καὶ κάθε λογῆς γραμματισμένους. Στὸν καιρὸ του γράφηκε κι ἡ «Χαλιμά», μὲ τὸν τίτλο «Χίλιες καὶ μία νύχτες».

Ὁ Ριμπῶ γράφει στὸ βιβλίο του: «Κατάντησε συνήθεια νὰ ὀνομάζουν μωαμεθανικοὺς λαούς, Ἕλληνες, Λατίνους κι ἄλλους, μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἄραβα, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ τοὺς ἐξουσιάσανε οἱ Ἄραβες καὶ πήρανε τὴν θρησκεία τους, ὅπως ἔγινε καὶ μὲ ὅσους σοφοὺς καὶ ποιητὲς γράψανε στὴν ἀραβικὴ γλώσσα. Ἀλλὰ τότε ἄλλο τόσο μποροῦμε νὰ ὀνομάσουμε Σπανιόλους ἢ Ἰταλιάνους ὅλους τοὺς Κατόλικους, Ρώσους τοὺς Ὀρθόδοξους, Ἰνδοὺς τοὺς βουδδιστές».